Φρένο ΣτΕ στην επέκταση των οικισμών κάτω των 2000 κατοίκων

Σαφή περιορισμό στη δυνατότητα επέκτασης των οικισμών κάτω των 2.000 κατοίκων θέτει νέο Προεδρικό Διάταγμα του υπουργείου Περιβάλλοντος. Το διάταγμα ζητεί από τους μελετητές που καταρτίζουν τα πολεοδομικά σχέδια να αναγνωρίζουν ως «εντός ορίων» μόνο το τμήμα τους που είχε δημιουργηθεί έως το 1983. Αυτό σημαίνει ότι για να επεκταθεί ένας οικισμός θα πρέπει να τεκμηριωθεί ανάγκη βάσει της πληθυσμιακής του αύξησης (και όχι της ζήτησης για τουριστική εκμετάλλευση), κάτι που βέβαια είναι εξαιρετικά δύσκολο.
Το διάταγμα, που αφορά τα κριτήρια και τις διαδικασίες οριοθέτησης των οικισμών κάτω των 2.000 κατοίκων και τον καθορισμό όρων δόμησης και χρήσεων γης σε αυτούς, προωθήθηκε πριν από ένα έτος από το υπουργείο Περιβάλλοντος, με αφορμή το μεγάλο πρόγραμμα εκπόνησης πολεοδομικών σχεδίων σε όλη τη χώρα. Οπως αναμενόταν, αρχικά το υπουργείο Περιβάλλοντος επιχείρησε να χρησιμοποιήσει την ευκαιρία για να «νομιμοποιήσει» διάφορες καταστάσεις που είχαν δημιουργηθεί τις προηγούμενες δεκαετίες – κυρίως το ξεχείλωμα των οικισμών μέσα από διάφορες αμφίβολης νομιμότητας πράξεις. Ομως αρκετές από αυτές τις πράξεις είχαν κριθεί αντισυνταγματικές από το Συμβούλιο της Επικρατείας (οριοθέτηση με αποφάσεις νομάρχη στις αρχές της δεκαετίας του 1980), επειδή ουσιαστικά οικοπεδοποιούσαν τεράστιες εκτάσεις γύρω από τους υφιστάμενους οικισμούς.
Ετσι στο αρχικό σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος, που εστάλη για προδικαστικό έλεγχο στο ΣτΕ, προβλεπόταν να αναγνωριστούν (ως «ζώνη Γ») τμήματα οικισμών που είχαν συμπεριληφθεί σε παράνομες οριοθετήσεις. Οπως αποκάλυψε η «Κ» («Στοπ στο ξεχείλωμα των οικισμών», 9.9.2024), το ΣτΕ «επέστρεψε» στο ΥΠΕΝ το σχέδιο (πρακτικό 74/2024), ζητώντας να απαλειφθεί αυτή η ζώνη. «Η αναγνώριση της ζώνης Γ οδηγεί εμμέσως σε επέκταση των ορίων του οικισμού η οποία δεν επιτρέπεται και μάλιστα με συμπερίληψη εντός των ορίων του οικισμού εκτάσεων που έχουν προκύψει από παράνομη οριοθέτηση αυτού και χωρίς να συντρέχουν τα κριτήρια της πολεοδομικής νομοθεσίας», ανέφερε το πρακτικό του ΣτΕ. «Εξάλλου, αν η διοίκηση κρίνει αναγκαία και σκόπιμη την επέκταση των ορίων των οικισμών της χώρας για την οικιστική ή άλλου είδους αξιοποίησή τους θα πρέπει να προωθήσει κατά προτεραιότητα την πολεοδόμηση των αναγκαίων εκτάσεων για την εξυπηρέτηση του σκοπού αυτού». Οπως επισημαίνει πολλαπλά το ΣτΕ, επέκταση των οικισμών επιτρέπεται μόνο στο πλαίσιο ενός ευρύτερου πολεοδομικού σχεδίου και πρέπει να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένη.
Πώς λοιπόν θα ορίζονται τα όρια των οικισμών; Η χρονολογία-κλειδί είναι το 1983 (λόγω της έκδοσης του ν. 1337). Οι μελετητές που θα χαράξουν τα όρια των οικισμών πρέπει να ξεχωρίσουν το παλαιό τους τμήμα, αυτό που υπήρχε το 1923 (ως ζώνη Α) και αποτελεί τον ιστορικό πυρήνα τους. Στη συνέχεια το «συνεκτικό» κομμάτι που δημιουργήθηκε έως το 1983 (ζώνη Β) και το τμήμα με διάσπαρτη δόμηση, που δημιουργήθηκε όμως την ίδια περίοδο (ζώνη Β1).
Χρονολογία «κλειδί» για τον καθορισμό των ορίων είναι το 1983, καθώς αναγνωρίζεται η εξέλιξη ενός οικισμού έως εκείνη τη χρονιά.
Αποκατάσταση σφαλμάτων
Προβλέπεται επίσης μια διαδικασία για την εκ νέου οριοθέτηση ενός οικισμού «στις περιπτώσεις που παρίσταται αναγκαίος για να αποκατασταθούν ουσιώδη ελαττώματα ή σφάλματα». Να σημειωθεί ότι αυτή τη διαδικασία είχαν κινήσει πολίτες από το Μεγάλο Πάπιγκο προκειμένου να προσθέσουν εκτάσεις στο όριο του υφιστάμενου, οριοθετημένου παραδοσιακού οικισμού, μια υπόθεση που έγινε ευρέως γνωστή λόγω της κατασκευής στο όριο κατοικιών από εφοπλιστική οικογένεια (εκκρεμεί προσφυγή στο ΣτΕ). Πάντως, το διάταγμα αναφέρει ότι κατά την οριοθέτηση απαγορεύεται η επέκταση του οικισμού με βάση την πραγματική (σημερινή) κατάσταση. Κατά την οριοθέτηση των οικισμών ισχύουν διαφορετικοί όροι δόμησης ανάλογα με τη ζώνη. Για παράδειγμα, στη ζώνη Α η ελάχιστη αρτιότητα είναι 2 στρέμματα και το ελάχιστο μήκος «προσώπου» τα 15 μέτρα (ή 10 μέτρα σε ορεινούς ή ημιορεινούς οικισμούς).
Ενδιαφέροντα σημεία
• Για τα οικόπεδα σε μεγάλη κλίση, το διάταγμα δείχνει να μην ξεκαθαρίζει το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί σε κάποιες περιοχές (όπως η Αμοργός). Σε τέτοιες περιπτώσεις το ύψος μετρούνταν σε προβολή στην όψη του κτιρίου, όμως το υπουργείο Περιβάλλοντος υπέδειξε ότι πρέπει να μετριέται σε κάθε σημείο της τομής του κτιρίου με το φυσικό έδαφος (κάτι που εμμέσως μπορεί να οδηγήσει σε ένα υψηλότερο κτίριο). Την ερμηνεία αυτή «έκοψε» το ΣτΕ το 2024 (απόφαση 860 του Ε΄ τμήματος). Ομως το διάταγμα για την οριοθέτηση των οικισμών αναφέρει ότι «το ύψος των προβολών των όψεων του κτιρίου σε αντίστοιχα επίπεδα διερχόμενα από την τομή του περιγράμματος με το έδαφος δεν μπορεί να υπερβαίνει τα οριζόμενα» (σ.σ. ανώτατο ύψος ανά ζώνη), ένας ορισμός που μάλλον θα φέρει περισσότερη σύγχυση.
• Στα παραλιακά οικόπεδα, το κτίριο τοποθετείται σε απόσταση τουλάχιστον 15 μέτρων από τη γραμμή αιγιαλού και οπωσδήποτε μετά τη γραμμή παραλίας. Αν υπάρχει όμως διαμορφωμένη γραμμή δόμησης, πιο κοντά ή πιο μακριά, θα πρέπει να την ακολουθήσει. Ο νομοθέτης θέτει και ένα γενναίο «παράθυρο»: σε έκδοση Προεδρικού Διατάγματος, μετά από γνωμοδότηση του δήμου και σύμφωνη γνώμη του συμβουλίου πολεοδομικών θεμάτων, είναι δυνατόν να καθορίζεται γραμμή δόμησης διαφορετική.
Καθημερινή
Σχετικά Άρθρα
- Οργισμένη αντίδραση Καρυστιανού για τα σενάρια περί δημιουργίας κόμματος: «Μόνος στόχος η αποκάλυψη της αλήθειας»
- Δωρεάν στειρώσεις για αδέσποτες γάτες στη Βόρεια Κυνουρία
- Ζυγοβίστι | Το χωριό των επίλεκτων του Κολοκοτρώνη (vd)
- ''Ξύπνα ραγιά'' από το Μουσικό Σχολείο Τρίπολης
- Τρίπολη | Ομάδα εργασίας για το Ειδικό Σχέδιο Οργανωμένης και Προληπτικής Απομάκρυνσης Πληθυσμού