Ντάνη Γιαννακοπούλου (ηθοποιός): "Δεν λησμονώ τα καλοκαίρια με τον παππού και τη γιαγιά στον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας, στο χωριό μας"!
Tης Ειρήνης Αϊβαλιώτου - catisart.gr
H εμφάνισή της έχει κάτι το αναπόδραστο. Δύσκολα το βλέμμα σου θα φύγει από πάνω της. Αν δεν τη γνωρίζεις, αναρωτιέσαι ποια είναι αυτή η νέα γυναίκα. Που συνήθως πλησιάζει με βήμα μοναστικό, με το κεφάλι χαμηλωμένο και στοχαστικό, μην έχοντας επίγνωση του κύματος θαυμασμού που προκαλεί. Κομψότητα και χάρη τη διακρίνει. Το ταλέντο της στην υποκριτική ακριβό και σπάνιο. Έντονο και πολύτροπο. Η αγάπη της για το θέατρο βρίσκεται στο επίκεντρο. Μια αγάπη ανέγγιχτη από τότε που θυμάται τον εαυτό της. Η Ντάνη Γιαννακοπούλου από παιδί ακόμα εικονοποιούσε τις ιστορίες που της αφηγούνταν και απολύτως διορατικά κρατούσε για την ίδια τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Κάθε παραμύθι, κάθε ανάγνωσμα με πλοκή και δράση ενεργοποιούσε τη φαντασία της, την άγγιζε βαθιά. Την επηρέαζε. Τη συγκλόνιζε. Τη μεθούσε. Ταυτιζόταν με τους χαρακτήρες, ίσως και παραπάνω από όσο θα έπρεπε. Ενδιαφερόταν για τα αισθήματά τους. Από αυτή την ανάγκη ταύτισης και εξερεύνησης υποκινείται και σήμερα. Με μόνη διαφορά πως σήμερα θέλει τις ηρωίδες της να τις επικοινωνεί, να τις αναδιανέμει, να τις προσφέρει, να μην τις κλείνει στο μικρόκοσμο της ψυχής της. Όπως συμβαίνει τώρα με την κόρη του Σταύρου στον «Άγριο Σπόρο», παράσταση που ήδη έχω παρακολουθήσει δύο φορές στον αγαπημένο χώρο του θεάτρου «Επί Κολωνώ» και δεν την έχω χορτάσει. Σκηνοθετημένη από την Ελένη Σκότη, που υπήρξε και δασκάλα της, η Ντάνη Γιαννακοπούλου διασταυρώνεται με τη ζωή της Χαρούλας, ενός κοριτσιού δυναμικού και υπεύθυνου, το οποίο ζει στην ελληνική περιφέρεια. Ενός κοριτσιού που δεν διστάζει να διεκδικήσει με σθένος όσα του αξίζουν και να παλέψει κόντρα σε ισχυρές προκαταλήψεις. Την είχα πρωτοδεί στο «Χαίρε Νύμφη» της Λένας Κιτσοπούλου (Θέατρο Τέχνης). Τώρα με χαρά τη ξανασυνάντησα κι ήταν αναπόφευκτο να συμπαθήσω απεριόριστα αυτό το τρυφερό πλάσμα. Η Ντάνη διαθέτει το είδος εκείνο γλυκύτητας και προσαρμοστικότητας που αψηφά τη μονοτονία του καθημερινού μόχθου. Ένα πραγματικά χρυσό κορίτσι που αφοσιώνεται στην τέχνη του. Με πορσελάνινο πρόσωπο και γαλάζιο βλέμμα, με εύκολο χαμόγελο, καθαρή έκφραση, και καλή προαίρεση. Μόνο το θέαμα της κίνησης των χεριών της όταν φέρνει τα όμορφα μαλλιά της στο πλάι σου φτιάχνει το κέφι. Ποτέ δεν φοβήθηκε. Ποτέ δεν έκανε δεύτερες σκέψεις για την επιλογή της. Δεν αναρωτήθηκε αν θα τα καταφέρει, αν αξίζει το ρίσκο, γιατί ο κόσμος όλος τής ανήκε, δικαιωματικά. Χάρισμα στην πίστη της και στην επιμονή της. Μια ηθοποιός που δεν κατατάσσεται εύκολα, μια δοτική προσωπικότητα, η οποία χαίρεται να μοιράζεται την αισιοδοξία της και το ταλέντο της με τους λιγότερο τυχερούς. Εμάς…
Διαβάστε τη συνέντευξη.
* Ντάνη Γιαννακοπούλου: Γεννήθηκα στην Αθήνα. Μεγάλωσα μέχρι τα 7 μου χρόνια στο Γαλάτσι και αργότερα στην Κηφισιά. Δεν λησμονώ τα καλοκαίρια με τον παππού και τη γιαγιά στον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας, στο χωριό μας. Ατέλειωτο παιχνίδι, εξερευνήσεις μέσα στο ανεξάντλητο πράσινο, ξεγνοιασιά, ασφάλεια.
Ειρήνη Αϊβαλιώτου: Πώς μπήκαν η υποκριτική και το θέατρο στη ζωή σου;
* Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, συνήθιζα να εικονοποιώ τις ιστορίες που μου αφηγούνταν και συνήθως κρατούσα τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Κάθε ιστορία, κάθε παραμύθι με άγγιζε βαθιά. Με επηρέαζε. Ταυτιζόμουν με τους ήρωες, ίσως και παραπάνω από όσο θα έπρεπε. Με ενδιέφερε το πώς νιώθουν. Από αυτή την ανάγκη ταύτισης και εξερεύνησης υποκινούμαι και σήμερα. Με τη μόνη διαφορά πως σήμερα θέλω τις ιστορίες μου να τις μοιράζομαι, να μην τις κλείνω στο μικρό κόσμο της ψυχής μου. Ίσως κάποιος θεατής αισθάνεται το ίδιο. Με τον ήρωα αλλά και με εμένα.
-Έχεις ακόμη τον ίδιο ενθουσιασμό της αρχής;
* Δεν έχω τον ίδιο ενθουσιασμό της αρχής. Η «αρχή» μου στο θέατρο αποτελούσε για μένα όνειρο ζωής. Κοιμόμουν και ξυπνούσα με αυτό το όνειρο. Και για τα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσής μου, δεν τολμούσα να πιστέψω πως θα πραγματοποιηθεί. Πως εγώ, δηλαδή, θα το πραγματοποιήσω, θα τολμήσω να το διεκδικήσω, να επενδύσω ουσιαστικά και να αντικρούσω τις ενστάσεις του οικογενειακού μου περιβάλλοντος. Οπότε, όταν η αρχή έγινε, ο ενθουσιασμός μου ήταν τεράστιος. Δεν υπήρχε φόβος. Δεν υπήρχαν δεύτερες σκέψεις. Δεν αναρωτιόμουν αν θα τα καταφέρω, αν αξίζω, ο κόσμος όλος μου ανήκε. Σήμερα το όνειρο έχει πραγματοποιηθεί, παλεύει να μετασχηματιστεί σε επάγγελμα, σε καθημερινότητα, στην ίδια τη ζωή με τις δυσκολίες, τις αναποδιές και τα «πρέπει» της.
-Aπό την πρώτη σου παράσταση «Χαίρε Νύμφη», όπου έπαιξες δύο διαφορετικές γυναίκες, έχουν περάσει τρία χρόνια. Ποια είναι η αίσθηση αυτού του χρόνου; Τι αποκόμισες και ποιος ο απολογισμός σου;
* Στάθηκα πολύ τυχερή. Ήμουν μαθήτρια στη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης, όταν με επέλεξε η Λένα Κιτσοπούλου. Θυμάμαι ακόμα τη μέρα που ο Διαγόρας Χρονόπουλος με κάλεσε στο γραφείο του για να μου το ανακοινώσει. Για μένα αυτή η συνεργασία ήταν δώρο. Ένα υπέροχο ταξίδι δύο ετών, επαγγελματικό και ψυχικό. Τα παιδιά και πρώτη η Λένα, με πίστεψαν, με αγκάλιασαν, με καθοδήγησαν, με προστάτευσαν, δεν με αμφισβήτησαν ποτέ, παρόλη την απειρία μου. Με τη βοήθεια της Λένας κι όλης της ομάδας προσπάθησα να παρουσιάσω δύο διαφορετικές γυναίκες στη σκηνή με σάρκα και οστά. Στο «Χαίρε Νύμφη» γνώρισα τη μαγεία του θεάτρου. Κατάλαβα πώς είναι να εμπιστεύεσαι απόλυτα τον σκηνοθέτη σου, το όραμά του. Εκείνος να σε αφήνει ελεύθερο να εκφράσεις την ψυχή σου και μέσα από παιχνίδι και αγάπη να λες μια ιστορία, υπακούοντας πάντα στο κείμενο αλλά και στους χτύπους της καρδιάς σου. Τρία χρόνια μετά, έστω και με λιγότερο ενθουσιασμό, κι έχοντας έρθει αντιμέτωπη με τις δυσκολίες του επαγγέλματος, νιώθω ευτυχής που επέλεξα αυτό το επάγγελμα, γιατί υπάρχουν τέτοιες συνεργασίες όπως αυτοί του «Χαίρε Νύμφη».
-Με ποιες λέξεις θα χαρακτήριζες τους δασκάλους σου, την Ελένη Σκότη και τον Ανδρέα Μανωλικάκη;
* Είναι δύο πολύ σημαντικοί δάσκαλοι για μένα. Μου είναι δύσκολο να τους χαρακτηρίσω με τις σωστές λέξεις γιατί τους χρωστάω πολλά.
Όταν παρακολούθησα τα σεμινάρια της Ελένης, ήμουν σε πολύ πρώιμο επίπεδο υποκριτικής. Είχα λαθεμένη εικόνα για το πώς δρα ένας ηθοποιός πάνω στη σκηνή. Έχω την αίσθηση πως με πήρε από το χέρι και με έμαθε να στέκομαι πάνω στη σκηνή, να ακούω, να μιλώ, να νιώθω, όπως ένας φυσιολογικός άνθρωπος κάνει στη ζωή του. Με έμαθε να είμαι παρούσα στη σκηνή, να τολμώ να είμαι εγώ. Στην Ελένη χρωστώ την «εμφάνισή» μου στο «Χαίρε Νύμφη». Με προίκισε με όλα τα απαραίτητα εφόδια, για να τα βγάλω πέρα με δύο απαιτητικούς ρόλους,
Όσο για τον Ανδρέα Μανωλικάκη, μέσα από τα σεμινάριά του, ανοίχτηκε ένας ολόκληρος κόσμος. Ένας πανέμορφος θεατρικός κόσμος, με γεύσεις, μυρωδιές, εικόνες και δυνατούς χτύπους καρδιάς. Μετά τη μαθητεία μου δίπλα του, έστω κι αν ήταν για λίγα σεμινάρια, νιώθω ασφαλής πάνω στη σκηνή, ασφαλής στις πρόβες. Ξέρω πώς να προσεγγίσω τους ρόλους, Ξέρω πώς να τους ζωντανέψω. Πώς να τους ενώσω με μένα, πώς να κάνω την καρδιά τους να χτυπά. Τον ευγνωμονώ.
-Ποιοι άλλοι από τους καθηγητές σου άφησαν τη σφραγίδα της διδασκαλίας τους στον τρόπο υποκριτικής σου και σε βοήθησαν συνολικά;
* Με βοήθησε πολύ ο Διαγόρας Χρονόπουλος. Όχι μόνο επειδή μου επέτρεψε να παίξω στο Τέχνης, ούσα ακόμα στο δεύτερο έτος, αλλά ως δάσκαλος. Πάντα έβρισκε έναν τρόπο να μου δείξει το δρόμο προσέγγισης ενός ρόλου. Όταν χανόμουν σε θεωρίες και αισθήματα, πάντα έβρισκε το σωστό κλειδί για μένα και μου το έδινε απλόχερα.
Η Μαριάννα Κάλμπαρη με βοήθησε να καλλιεργήσω διαφορετικές ποιότητες και η Μάνια Παπαδημητρίου με την αστείρευτη φαντασία της να καλλιεργήσω τη δική μου. Μέντοράς μου στο Θέατρο Τέχνης, ήταν ο Γιάννης Λιγνάδης, όξυνε την κριτική μου σκέψη και με έμαθε να προσεγγίζω την αρχαία τραγωδία.
-Τι θα ήθελες να πεις για το αρχαίο δράμα και για την εμπειρία σου σε αυτό;
* Δεν έχω μεγάλη εμπειρία στο υπέροχο αυτό είδος θεάτρου, μια συμμετοχή μόνο στο χορό των «Βακχών», στο ομώνυμο έργο, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη. Η αίσθηση που είχα όμως από μικρή είναι πως οι ήρωες της αρχαίας τραγωδίας έχουν τον όγκο, το μέγεθος ενός γίγαντα. Ίσως επειδή παλεύουν σε καταστροφικές συνθήκες με ακραία έντονα συναισθήματα και επιβιώνουν ή καθαίρονται. Μεγαλώνοντας, διαπίστωσα μια αντιστοιχία των πανανθρώπινων αυτών ηρώων της τραγωδίας με τους καθημερινούς ήρωες της ζωής. Κι αυτή η αντιστοιχία για μένα εκφράζει το μεγαλείο της αρχαίας τραγωδίας.
-Ποια είναι η Χαρούλα του «Άγριου Σπόρου», του έργου στο οποίο παίζεις φέτος και έγραψε ο Γιάννης Τσίρος;
* Η Χαρούλα είναι ένα κορίτσι δυναμικό και υπεύθυνο. Δεν διστάζει να διεκδικήσει όσα της αξίζουν, και να παλέψει κόντρα σε ισχυρές προκαταλήψεις. Ένα κορίτσι καλλιεργημένο, με θέση πάνω στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα και με αυξημένη συναισθηματική νοημοσύνη. Ερωτεύεται, παθιάζεται, απογοητεύεται, θυμώνει, εξεγείρεται, πέφτει και σηκώνεται, όπως όλα τα κορίτσια της ηλικίας της. Για μένα η Χαρούλα είναι ένα κορίτσι – μαχητής που ξέρει να επιβιώνει. Ένα κορίτσι που, παρά τα υψηλά εμπόδια που συναντά στη ζωή της, θα τα καταφέρει. Ξέρει να αφήνει πίσω της ό, τι την κρατά στάσιμη και να εξελίσσεται προς το καλύτερο. Ακόμα και μόνη. Χωρίς δεκανίκια, χωρίς ευκολίες, χωρίς συνήθειες. Και γι’ αυτό τη θαυμάζω.
-Στον «Άγριο Σπόρο» ποιο είναι το «αντίπαλο δέος»;
* Το αντίπαλον δέος για μένα είναι η προκατάληψη. Η εμμονή σε στερεοτυπικές θέσεις που τυφλώνουν την κρίση, διογκώνουν το εγώ, διεγείρουν το φόβο και παρασύρουν σε βαριά κατηγορώ.
-Ποιος ο συμβολισμός του «Άγριου Σπόρου» στο έργο;
* Ο «Άγριος Σπόρος» συμβολίζει τον άνθρωπο που δεν το βάζει κάτω, αγωνίζεται να επιβιώσει, να υπάρξει στην κοινωνία, να αυτοπροσδιοριστεί. Τον άνθρωπο Έλληνα, Γερμανό, Γάλλο, Σουηδό που επιμένει να ελπίζει και να προσπαθεί, παρά τα εμπόδια που συναντά στο δρόμο του.
-Τι θα ήθελες να πεις για τον Τάκη Σπυριδάκη με τον οποίο βρίσκεστε δύο φορές μέσα σε μια χρονιά στη σκηνή, με δύο διαφορετικά έργα;
* Ο Τάκης είναι πολύ δοτικός άνθρωπος και καλλιτέχνης. Είναι χαρά μου που ξαναβρισκόμαστε στη σκηνή. Μαθαίνω σε κάθε παράσταση από τον Τάκη και σε κάθε συνάντησή μας εκτός σκηνής. Έχει αναπτυχθεί μια πολύ δυνατή πατρική και φιλική σχέση μεταξύ μας. Είναι για μένα ένας “θεατρικός” πατέρας, με τον οποίο μπορώ να μοιραστώ όλους τους φόβους μου αλλά και τις χαρές μου.
-Πώς αισθάνεσαι που ξαναγυρίζεις, ύστερα από κάποια χρόνια, στο «Επί Κολωνώ» και τους ανθρώπους του, αυτή τη φορά ως επαγγελματίας ηθοποιός;
* Είναι μεγάλη μου τιμή, που η Ελένη Σκότη με επέλεξε για αυτό τον ρόλο. Όταν ο δάσκαλός σου, που γνωρίζει το υλικό σου και τη δουλειά σου, σε επιλέγει να πρωταγωνιστήσεις στο θέατρό του, νιώθεις δικαίωση. Και σίγουρα ασφάλεια. Εκτιμώ το θέατρο “Επί Κολωνώ” για την αισθητική του, τις παραστάσεις του και τη συγκεκριμένη υποκριτική γραμμή που ακολουθεί.
-Θέλεις να μας περιγράψεις και τους δύο άλλους χαρακτήρες στον «Άγριο Σπόρο»;
* Ο Σταύρος (Σ.σ.: Τάκης Σπυριδάκης) παρουσιάζεται στο έργο σαν τον κλασικό μικροαπατεώνα Έλληνα, που αγωνίζεται να επιβιώσει και αρνείται να παραιτηθεί. Ένας Έλληνας που αγνοεί το δικό του μερίδιο ευθύνης στην εξέλιξη των πραγμάτων κατηγορώντας τους «έξω» από αυτόν. Κατηγορώντας κι αυτός με τη σειρά του, το διαφορετικό. Πρόκειται όμως για έναν ήρωα που δημιουργεί δεσμούς, με πρώτο αυτόν με την κόρη του Χαρούλα, συνδέεται, αγαπά, βιώνει τις οδυνηρές αλλαγές και με το δικό του τρόπο εξελίσσεται. Ο αστυνόμος Τάκης (σ.σ.: τον υποδύεται ο Ηλίας Βαλάσης) στα δικά μου μάτια, στην αρχή του έργου λειτουργεί ως φερέφωνο πότε του Σταύρου – θείου του, πότε της αστυνομίας και πότε των “εξωτερικών” δυνάμεων εξουσίας. Ένας ήρωας που έχει εκπαιδευτεί να εκτελεί εντολές κι όχι να εφαρμόζει. Προσπαθεί να αυτοπροσδιοριστεί μέσα από τους άλλους, δεν ασκεί κριτική σε ό, τι του ζητείται, είτε αυτό προέρχεται από τον Σταύρο είτε από την αστυνομία, και απλώς υπακούει. Μοιάζει να αποκτά ταυτότητα μέσα από την εφαρμογή διαταγών. Στην πορεία του έργου, εξελίσσεται κι αυτός όπως κι άλλοι δύο ήρωες βρίσκοντας τον τρόπο να επαναστατήσει σε ό, τι τον κρατά καθηλωμένο και να τολμήσει να διαμορφώσει τη δική του θέση.
-Το έργο έχει και κωμικές στιγμές. Εσύ πώς θα το χαρακτήριζες;
* Το έργο ισορροπεί έντεχνα ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα. Οι ήρωες παλεύουν να ισορροπήσουν σε ένα τεντωμένο σκοινί. Χάνουν από τη μια στιγμή στην άλλη ό, τι έχτισαν με κόπο. Αγωνιούν. Υποφέρουν. Ο τρόπος όμως που περιγράφονται στο κείμενο οι ακραίες αυτές συναισθηματικές συνθήκες, είναι -κατά τη γνώμη μου- αυτός που παράγει τις κωμικές στιγμές. Δεν υπάρχει καμία υπερβολή, καμία βαρύγδουπη φράση, όλα περιγράφονται απλά, καθημερινά. Ο θεατής παρατηρεί τους ήρωες να πάσχουν, ο καθένας για το δικό του λόγο, και να συγκρούονται σθεναρά μεταξύ τους πάλι για τον δικό τους προσωπικό λόγο. Και οι τρεις έχουν δίκιο. Κι οι τρεις είναι συμπαθείς. Κι οι τρεις υποφέρουν. Αλλά είναι διαφορετικοί. Και παθιασμένοι. Ίσως το πάθος που διακατέχει τους ήρωες, η συνάντηση του “διαφορετικού” σε ακραίες συνθήκες και ο καθημερινός, καθαρά ελληνικός κι οικείος τρόπος που παρουσιάζεται η ιστορία, να ευθύνονται για την αισθητή παρουσία της κωμωδίας στο έργο.
-Το κωμικό ενέχει τραγικότητα και το αντίθετο;
* Θεωρώ πως είναι οι αντίθετες πλευρές του ίδιου νομίσματος. Και στο θέατρο και στη ζωή. Το δράμα «σώζεται» μέσα από την κωμωδία κι η κωμωδία «γειώνεται» μέσα από το δράμα.
-Ποια ανάγκη γέννησε την τέχνη της υποκριτικής;
* Η ανάγκη για κάθαρση. Η ανάγκη για επικοινωνία. Η καταπολέμηση της μοναξιάς.
-Πώς θα χαρακτήριζες τους καλλιτέχνες της γενιάς σου;
* Συνειδητοποιημένους. Ξέρουν γιατί κάνουν θέατρο. Δεν παραμυθιάζονται από την αίγλη του επαγγέλματος. Δοκιμάζουν, δραστηριοποιούνται, διεκδικούν. Είμαστε πιο κοντά στην αναζήτηση της αλήθειας μας, από ό, τι οι προηγούμενες γενιές.
-Λειτουργείς με το συναίσθημα ή με τη λογική;
* Λειτουργώ με το συναίσθημα. Καμιά φορά, αφήνω χώρο και στη λογική.
-Τι ωραίο θα ήθελες να δανειστείς;
* Μια βαλίτσα με εμπειρίες.
-Ο ηθοποιός συχνά παίρνει ρίσκα. Δεν το φοβάσαι αυτό; Δεν σε κουράζει;
* Θεωρώ πως το μεγαλύτερο ρίσκο ο ηθοποιός, το παίρνει όταν επιλέγει αυτό το επάγγελμα. Αργότερα εξοικειώνεσαι με το φόβο. Κι αυτός μειώνεται.
-Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σου;
* Μέσα στον Δεκέμβριο ολοκληρώσαμε τον πιλοτικό για μια σειρά στην τηλεόραση, γραμμένη από τον Ανδρέα Ορφανίδη και περιμένουμε την έγκρισή της. Βοηθώ τον φίλο μου και σκηνοθέτη Χρίστο Καρασαββίδη στην παράσταση “Μη χορέψεις”‘ που θα ανεβάσει στα τέλη Ιανουαρίου στο “Bios”.
-Ποια είναι η σχέση σου με τον κινηματογράφο;
* Μου αρέσει πολύ ο κινηματογράφος. Δεν έχω όμως εμπειρία σε αυτόν, πέρα από τρεις μικρού μήκους ταινίες που έχω συμμετάσχει και μία μεγάλου μήκους που δυστυχώς δεν προβλήθηκε. Αναζητώ με ενθουσιασμό την επαφή μου με αυτό το μέσο αφήγησης μιας ιστορίας.
-Τι αγαπάς περισσότερο στη ζωή;
* Τους ανθρώπους. Τα γλυκά με σοκολάτα. Τη θάλασσα.
-Τι απεχθάνεσαι;
* Τα αδιέξοδα. Τους αποχωρισμούς.
-Τι θαυμάζεις;
* Τους χαμογελαστούς. Τους αισιόδοξους. Κι όσους βουτούν στο όνειρο.
-Με τι διασκεδάζεις;
* Μου αρέσει να χορεύω! Να παίζω επιτραπέζια παιχνίδια, μπόουλινγκ, να κάνω πατινάζ, να γράφω ιστορίες, να μαγειρεύω.
-Τι σε συγκινεί;
* Η ειλικρίνεια, η πίστη, το θάρρος, η αγάπη, τα παιδιά.
-Τι σε έχει κάνει (κάποτε) να… ντραπείς;
* Ντρέπομαι όταν αρνούμαι να χαλάσω τη βολή μου. Όταν κοιτάω το συμφέρον μου. Όταν δεν δείχνω εμπράκτως την αγάπη μου στους δικούς μου ανθρώπους.
-Ως καλλιτέχνης έχεις νιώσει να βρίσκεσαι σε αδιέξοδο;
* Ευτυχώς όχι ακόμα.
-Ποιους θαυμάζεις στη λογοτεχνία, στη ζωγραφική, στον κινηματογράφο αλλά και στο θέατρο;
* Θαυμάζω τον Καρυωτάκη, τον Λειβαδίτη, τον Baudelaire, τον Malraux, τη Δημουλά, τον Νταλί, τον Εγγονόπουλο, τον Botero, την Kate Blanshett, την Kate Winslet, την Marion Cotillard, τον Lars Fon Trier, τον Robert De Niro, τον Κουν, τον Τσέχωφ, τον Πίντερ, τη Μαρία Πρωτόπαππα, τον Δημήτρη Λιγνάδη, τη Λένα Κιτσοπούλου.
-Τι ονειρεύεσαι για το μέλλον σου;
* Να ζω από το επάγγελμα που επέλεξα. Να γνωρίσω κ άλλους ρόλους και μέσα από αυτούς κι άλλες πτυχές του εαυτού μου. Να νικήσουν οι αγαπημένοι μου άνθρωποι τον θάνατο, για να μην τους χάσω ποτέ . Κι εγώ να νικήσω τους φόβους μου. Να κάνω οικογένεια. Να γιορτάσω με τον σύντροφό μου 35 χρόνια αγάπης, όπως πρόσφατα οι γονείς μου.
-Ποια είναι η σχέση σου με τα ζώα; Έχεις κατοικίδιο;
* Αγαπώ πολύ τα ζώα. Με ηρεμούν. Μέσα από τον σκύλο μου, τον Τζακ, έμαθα να τα φροντίζω και να τα αγαπώ καλύτερα. Δεν έλεγε ψέματα, δεν κρατούσε κακίες, συγχωρούσε και αγαπούσε. Έφυγε πριν από 2, 5 χρόνια, παθαίνοντας εγκεφαλικό επεισόδιο την ώρα του παιχνιδιού. Από τότε, δεν έχω έρθει σε στενή επαφή με κάποιο ζώο.
* Οι φωτογραφίες ανήκουν στο catisart.gr
Η φωτογράφιση πραγματοποιήθηκε στις οδούς Καλλιδρομίου και Εμμανουήλ Μπενάκη, στα Εξάρχεια.
«Άγριος Σπόρος» του Γιάννη Τσίρου, από την Ομάδα Νάμα – Θέατρο “Επί Κολωνώ”
Η νέα επιλογή της Ομάδας Νάμα για τη φετινή σεζόν είναι το σύγχρονο ελληνικό έργο «Άγριος Σπόρος» του Γιάννη Τσίρου, σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη στην Κεντρική Σκηνή του “Επί Κολωνώ”.
* Κοινωνικό δράμα με πικρό χιούμορ στο παρακμιακό πλαίσιο ενός ελληνικού επαρχιακού τοπίου. Ένα τοπίο όπου η ανυπακοή σε διατάξεις και νόμους αποτελεί καθημερινή άσκηση επιβίωσης, όπου οι τυχόν κατηγορούμενοι δεν κατανοούν ποτέ με ακρίβεια τους λόγους για τους οποίους κατηγορούνται και όπου οι προκαταλήψεις, όπως όλων μας άλλωστε, μετατρέπουν μισές αλήθειες σε ακράδαντα κατηγορητήρια.
* Με την αυτοσχέδια καντίνα που έστησε ο Σταύρος σε μια απόμερη παραλία προσπαθεί να φέρνει βόλτα τα χρέη που τον έχουν ζώσει πουλώντας σουβλάκια τα καλοκαίρια στους λιγοστούς τουρίστες. Όμως η μυστηριώδης εξαφάνιση ενός νεαρού Γερμανού θα φέρει φέτος τα πάνω κάτω. Οι σε βάρος του υποψίες απ’ τους Γερμανούς που κατέφθασαν στην περιοχή διχάζουν στην αρχή το χωριό, αλλά όλοι σιγά σιγά θα θυμηθούν ότι η καντίνα είναι αυθαίρετη, το φυσικό τοπίο παραβιάζεται, η γεννήτρια δημιουργεί ηχορύπανση, το χοιροστάσι του, που βρωμάει, δεν έχει και άδεια και… πάει λέγοντας. Άσε που αυτός είναι κι ο σφάχτης της περιοχής. Οι υποψίες που με τα συμφραζόμενα και τις προκαταλήψεις έγιναν βεβαιότητες θα μείνουν μετέωρες όταν οι έρευνες θα στραφούν αλλού. Τίποτα όμως δεν θα είναι όπως πριν. Μόνο η ακλόνητη πεποίθηση του Σταύρου, που θα παλεύει αενάως με νύχια και με δόντια, πως οι άλλοι ευθύνονται για όλα.
Συντελεστές
Παραγωγή: Ομάδα Νάμα
Κείμενο: Γιάννης Τσίρος
Σκηνοθεσία: Ελένη Σκότη
Σκηνικά, Κοστούμια, Δ/νση Παραγωγής: Γιώργος Χατζηνικολάου
Φωτογραφίες: Δημήτρης Στουπάκης
Βοηθός σκηνοθέτη: Περίκλεια Χονδροπούλου
Διανομή
Σταύρος: Τάκης Σπυριδάκης
Χαρούλα: Ντάνη Γιαννακοπούλου
Αστυνομικός: Ηλίας Βαλάσης
* Πρώτη παράσταση: Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2015
Ημέρες και ώρες παραστάσεων:
Σάββατο 6.30 μ.μ.
Κυριακή, Δευτέρα και Τρίτη στις 9:15 μ.μ.
Τιμή εισιτηρίου: Κανονικό: 16, 00€
Φοιτητικό – Ανέργων κάθε Δευτέρα/Τρίτη: 10, 00€
Φοιτητικό – Ανέργων κάθε Κυριακή: 12, 00€
Διάρκεια: 80’
Χώρος: Κεντρική Σκηνή
“Επί Κολωνώ”
Ναυπλίου 12 και Λένορμαν, Κολωνός
Τηλέφωνο: 210-51.38.067
Στάση μετρό: Μεταξουργείο
Σχετικά Άρθρα
- Η πρώτη θεία λειτουργία του Επιφανίου στην Παναγία Μαλεβή
- Ενημέρωση ενάντια στην εγκατάσταση βιομηχανικών ΑΠΕ στον Πάρνωνα
- Σκουπίδια - Αντισταθμιστικά οφέλη από ΦΟΔΣΑ | "Να διορθωθεί η αδικία κατά του Δήμου Τρίπολης" ζήτησε ο Τζιούμης - Ομόφωνη απόφαση από το δημοτικό συμβούλιο
- Μονόδρομος η Εθνομαρτύρων, απαγορεύεται η στάθμευση στην "25η Μαρτίου"!
- Νικολάου: "Ναι στη σχολή για δόκιμους αστυνομικούς - Όχι σε στελέχωση από αστυνομικούς της Αρκαδίας"