Ιστορικό μνημείο πρόκειται να χαρακτηριστεί το κτίριο του παλαιού Δημαρχείου της Τρίπολης!
Το Δημοτικό Συμβούλιο Τρίπολης συζήτησε και αποφάσισε ομόφωνα να συναινέσει στο χαρακτηρισμό του κτηρίου 1 στη συμβολή των οδών Εθνικής Αντιστάσεως και Δαρειώτου, στο Δήμο Τρίπολης, Περιφερειακής Ενότητας Αρκαδίας, Περιφερείας Πελοποννήσου, ως μνημείου διότι διαθέτει αξιόλογα αρχιτεκτονικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά και λόγω της χρήσης του και ιδιαίτερη κοινωνική και ιστορική σημασία.
Αρχικά, ο Δήμαρχος Τρίπολης έθεσε υπόψη των μελών του Δημοτικού Συμβουλίου την εισήγηση της Δ/νσης Νεότερης και Σύγχρονης Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού που ανέφερε: «Η Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Δυτικής Ελλάδος, μετά από την υποβολή, από το Δήμο Τριπόλεως, μελέτης επισκευής και νέας διαρρύθμισης του «Παλαιού Δημαρχείου Τριπόλεως» μας διαβίβασε, λόγω αρμοδιότητας, τον σχετικό με το θέμα φάκελο με συνημμένες τις απόψεις της.
Το παλαιό Δημαρχείο της Τρίπολης βρίσκεται στη συμβολή των οδών Εθνικής Αντιστάσεως και Δαρειώτου, κεντρικά της πόλης και αποτελείται από δύο κτήρια (κτήριο 1 και κτήριο 2) τα οποία επικοινωνούν μεταξύ τους εσωτερικά και χρησιμοποιούνται για να καλυφθούν οι ανάγκες των δημοτικών υπηρεσιών.
Κτήριο 1
Πρόκειται για διώροφο λιθόκτιστο κτήριο με υπερυψωμένο το ισόγειο και ξύλινη τετράρριχτη στέγη επικαλυμμένη με κεραμίδια. Χρονολογείται στα 1893 περίπου. Σύμφωνα με την παλιά ιστοσελίδα του Δήμου Τριπόλεως «χτίστηκε το 1893, ολόκληρο με πελεκητή μαρμαρόπετρα». Έχει κυρία είσοδο επί της οδού Εθνικής Αντιστάσεως και δευτερεύουσα είσοδο επί της οδού Δαρειώτου. Η αρχική του χρήση ήταν κατοικία ιδιοκτησίας του φαρμακοποιού Γρηγορίου Δαρειώτου, ο οποίος στη συνέχεια το δώρισε στο Δήμο. Παλαιό συμβόλαιο του 1927 αναφέρει τη χρήση του κτηρίου ως Δημαρχείο κατά την εποχή.
Η κύρια όψη του κτηρίου επί της οδού Εθνικής Αντιστάσεως είναι συμμετρική ως προς το γεωμετρικό άξονα της, που διέρχεται στο ισόγειο από την κεντρική είσοδο του κτηρίου, η οποία είναι ξύλινη, δίφυλλη ταμπλαδωτή εξώθυρα. Στο πάνω μέρος της φέρει φεγγίτη με προστατευτική περίτεχνη σιδεριά. Εκατέρωθεν της κυρίας εισόδου οργανώνονται ανοίγματα παραθύρων. Τα παράθυρα είναι ξύλινα με καΐτια ενώ τα ξύλινα πατζούρια έχουν αφαιρεθεί. Η κυρία είσοδος του κτηρίου χαρακτηρίζεται επίσης από δύο μαρμάρινες παραστάδες οι οποίες φέρουν μαρμάρινα επιστύλια που στηρίζουν αρχιτεκτονική προεξοχή και η οποία στο πάνω μέρος της φέρει μαρμάρινο κυματοειδές γείσο με οδοντωτή ταινία στο κάτω μέρος. Τα παράθυρα του ισογείου χαρακτηρίζονται από τραβηχτές ταινίες, οι οποίες φέρουν στο μεν πάνω μέρος κυματοειδές τραβηχτό γείσο στο δε κάτω μέρος απολήγουν σε τραβηχτή κυματοειδή ταινία με θωράκιο που φέρει τύμπανο.
Στον όροφο ο γεωμετρικός άξονας συμμετρίας διέρχεται από το κεντρικό θύρωμα του μαρμάρινου εξώστη, ο οποίος στηρίζεται σε μαρμάρινα περίτεχνα φουρούσια. Το κιγκλίδωμα του εξώστη είναι συμπαγές από σφυρήλατο σίδηρο με ξύλινη κουπαστή που πακτώνεται σε μαρμάρινα κολωνάκια. Εκατέρωθεν του κεντρικού θυρώματος του εξώστη υπάρχουν συμμετρικά ανοίγματα θυρών και παραθύρων με τα ίδια χαρακτηριστικά των ανοιγμάτων του ισογείου.
Το κεντρικό τμήμα της κυρίας όψης (ανατολικής) προεξέχει ελαφρώς και φέρει
στις ακμές του πεσσούς τόσο στον όροφο όσο και στο ισόγειο, που καταλήγουν σε τραβηχτά επίκρανα που απολήγουν σε τραβηχτή ταινία στο ισόγειο, στον όροφο δε σε τραβηχτή κυματοειδή ταινία κάτω από το γείσο (που διατρέχει όλες τις όψεις του κτηρίου). Η εξοχή καταλήγει στο πάνω μέρος σε αέτωμα με τύμπανο. Διαμόρφωση επίπλαστων πεσσών με ανάλογα χαρακτηριστικά αυτών της αρχιτεκτονικής εξοχής, γίνεται και στις ακμές του κτηρίου.
Η νότια όψη του κτηρίου επί της οδού Δαρειώτου είναι και αυτή συμμετρική ως
προς τον κατακόρυφο γεωμετρικό άξονα της που στο ισόγειο διέρχεται από δίφυλλη ξύλινη είσοδο ταμπλαδωτή με ανοίγματα ενώ φέρει επίσης φεγγίτη στο πάνω μέρος που προστατεύεται από περίτεχνο κιγκλίδωμα. Εκατέρωθεν της κεντρικής εισόδου βρίσκονται μαρμάρινοι ενσωματωμένοι κίονες οι οποίοι φέρουν μαρμάρινο επιστήλιο που στο πάνω μέρος του φέρει μαρμάρινο κυματοειδές γείσο. Στον όροφο κεντρικά τοποθετείται άνοιγμα με δίφυλλη πόρτα που βαίνει σε μαρμάρινο εξώστη με ανάλογα χαρακτηριστικά του εξώστη της κυρίας όψης. Εκατέρωθεν του εξώστη διαμορφώνονται επίσης επίπλαστοι τραβηχτοί πεσσοί που φέρουν κυματοειδές τραβηχτό επίκρανο και ανοίγματα παραθύρων όμοια με αυτά της κυρίας όψης.
Η βόρεια όψη του κτηρίου έχει υποστεί αλλοιώσεις. Στη σημερινή της μορφή απομιμείται τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του διακόσμου και των ανοιγμάτων των υπολοίπων όψεων.
Το κτήριο στη βάση του και κάτω από τα θωράκια των παραθύρων φέρει ορθομαρμάρωση που απολήγει σε μαρμάρινο κυμάτιο που διατρέχει την κύρια ανατολική και νότια όψη.
Εσωτερικά το υπερυψωμένο ισόγειο αποτελείται από τον κεντρικό χώρο ο οποίος φέρει την κλίμακα εισόδου καθώς και την από οπλισμένο σκυρόδεμα κλίμακα ανόδου προς τον όροφο (μεταγενέστερη προσθήκη μάλλον στη θέση της αρχικής). Στη βόρεια πτέρυγα του ισογείου υπάρχουν δύο χώροι γραφείων με ένα βοηθητικό μικρό χώρο μεταξύ τους. Στη νότια πλευρά και κεντρικά υπάρχει ο προθάλαμος της εισόδου από την οδό Δαρειώτου και δύο χώροι γραφείων εκατέρωθεν. Ο όροφος του κτηρίου αποτελείται από τρεις χώρους, με χρήση γραφείων και το χωλλ που είναι η απόληξη του κλιμακοστασίου από το ισόγειο στον όροφο.
Οι οροφές του κτηρίου είναι ξυλεπενδεδυμένες και τα δάπεδα ξύλινα πλην του δαπέδου του κεντρικού χωλλ στο υπερυψωμένο ισόγειο το οποίο είναι μαρμαροστρωμένο.
Κτήριο 2
Το κτήριο είναι μεταγενέστερο με πρόσοψη επί της οδού Δαρειώτου σε συνέχεια του παλαιότερου κτηρίου. Έχει κτιστεί βάσει της υπ’ αριθ. 35/86 οικοδομικής αδείας και πρόκειται για κτήριο με φέροντα οργανισμό από οπλισμένο σκυρόδεμα, στην όψη του οποίου έχουν τοποθετηθεί διακοσμητικά μαρμάρινα μέλη στην είσοδο και στον εξώστη καθώς και μεταλλικό κιγκλίδωμα, τα οποία πιθανόν να ανήκαν σε κτήριο ίδιας εποχής ή πιθανόν και στην πίσω (δυτική) όψη του κτηρίου 1, η οποία καταργήθηκε μετά την κατασκευή του εν επαφή νέου κτηρίου.
Η ΥΝΕΜΤΕΔΕ προτείνει να χαρακτηρισθεί βάσει του Ν. 3028/2002 το παλαιό κτήριο ως μνημείο καθώς και η όψη του νεώτερου κτηρίου, όχι για λόγους ιστορικούς – αρχιτεκτονικούς αλλά α) για τη διαφύλαξη των αρχιτεκτονικών μελών που έχουν ενσωματωθεί σε αυτή και ανάγονται στην εποχή της κατασκευής του παλαιού κτηρίου του Δημαρχείου και β) δεδομένου ότι για την τοπική κοινωνία και την ιστορική μνήμη θεωρείται ολόκληρο το συγκρότημα ως «το κτήριο του Παλαιού Δημαρχείου Τριπόλεως».
Η ΔΝΣΑΚ λαμβάνοντας υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία του φακέλου, εισηγείται:
Α. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 1β του Ν. 3028/2002: το χαρακτηρισμό του κτηρίου 1 στη συμβολή των οδών Εθνικής Αντιστάσεως και Δαρειώτου, στο Δήμο Τρίπολης, Περιφερειακής Ενότητας Αρκαδίας, Περιφερείας Πελοποννήσου, ως μνημείου διότι διαθέτει αξιόλογα αρχιτεκτονικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά και λόγω της χρήσης του και ιδιαίτερη κοινωνική και ιστορική σημασία.
Β. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 1γ του Ν. 3028/2002: το χαρακτηρισμό της όψης του νεώτερου κτηρίου 2 επί της οδού Δαρειώτου, ως μνημείου καθ’ όσον πρόκειται για νεώτερο μεν κτήριο το οποίο σχεδιάστηκε εξ αρχής για να αποτελεί προσθήκη και συνέχεια του όμορου κτηρίου του παλαιού δημαρχείου. Έχει ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά, ενσωματωμένα αρχιτεκτονικά μέλη της εποχής του παλαιού δημαρχείου και κυρίως γιατί αποτελεί μια ενότητα αρχιτεκτονικά, λειτουργικά, όσο και σημειολογικά στην συνείδηση τη τοπικής κοινωνίας.