Άνοια [α’ μέρος]: Κλινική εικόνα – διάγνωση
[Τα άρθρα αυτής της σειράς απευθύνονται στο ευρύ κοινό και έχουν σκοπό την ενημέρωσή του σε ό,τι αφορά στις πιο συνήθεις ψυχικές καταστάσεις που συναντώνται στην καθημερινή μας ζωή. Είναι γραμμένες με τον – κατά το δυνατό – πιο απλουστευμένο τρόπο χωρίς, ωστόσο, να θυσιάζουν την επιστημονική εγκυρότητα καθώς και την πληροφορικά πληρότητα.]
Στο 'α μέρος του Κεφαλαίου με τίτλο Άνοιες, θα ασχοληθούμε με την κλινική εικόνα και την διάγνωση ενώ στο β' μέρος θα αναπτύξουμε περιληπτικά την διαφορική διάγνωση, την θεραπεία και την πρόγνωση.
Στην κλινική πράξη συναντούμε συχνά την κλινική εικόνα της άνοιας. Η άνοια είναι μια κλινική διάγνωση που τίθεται όταν διαπιστώνεται έκπτωση των διανοητικών λειτουργιών σε ένα άτομο που νωρίτερα είχε μια φυσιολογική ψυχοδιανοητική λειτουργία. Τυπικά, για την διάγνωση της άνοιας το άτομο πρέπει να είναι 65 ετών, διαφορετικά θα τεθεί η διάγνωση «πρώιμη άγνοια».
Η διάγνωση και η θεραπεία της άνοιας είναι έργο του Νευρολόγου ή του Ψυχιάτρου. Το δίλημμα «Ποιος είναι καταλληλότερος?» δεν απαντάται εύκολα. Εκτιμούμε ότι όταν προεξάρχουν τα νευρολογικά σημεία (κινητικά συμπτώματα, διαταραχές αισθητικότητας, διαταραχές ισορροπίας-βάδισης) ο Νευρολόγος είναι πιο αρμόδιος. Στην περίπτωση που επικρατούν οι διαταραχές από την ψυχική σφαίρα (διαταραχές της διάθεσης: κατάθλιψη-απόσυρση-άγχος, της αντίληψης: ψευδαισθήσεις, παραλήρημα, της ψυχοκινητικότητας: επιθετικότητα, παρορμητικότητα) τότε – λογικά – ο Ψυχίατρος είναι η καταλληλότερη επιλογή.
Κλινική εικόνα:
Η κλινική εικόνα της άνοιας εμφανίζει ποικιλομορφία από την μια αλλά για τον έμπειρο κλινικό είναι ταυτόχρονα και αρκετά τυπική.
Έτσι, είναι αρκετά χαρακτηριστική η εικόνα του ηλικιωμένου ασθενούς που προσέρχεται στο ιατρείο κατόπιν πίεσης των οικείων του (συνήθως είναι τα παιδιά που διαπιστώνουν ότι «κάτι δεν πάει καλά»). Οι συγγενείς περιγράφουν μια εικόνα απόσυρσης που πολλές φορές έχει ξεκινήσει μήνες νωρίτερα.
Το άτομο:
• έχει σταματήσει να συμμετέχει στις συνήθεις κοινωνικές δραστηριότητες,
• έχει πάψει να παρακολουθεί τηλεόραση,
• δείχνει «σαν να έχει κατάθλιψη»,
• «μπερδεύεται κάποιες φορές, αλλά όχι πάντα»,
• έχει χάσει την όρεξή του,
• δεν κοιμάται καλά, «μερικές φορές μπορεί να μείνει άϋπνο και
• χάνει πράγματα και ψάχνει όλο και συχνότερα αντικείμενα της καθημερινής ζωής (πορτοφόλι, κλειδιά, ρούχα).
• Κάποιες φορές «λέει παράξενα πράγματα για τους γείτονες»,
• «μια φορά την νύχτα που ξύπνησε ξαφνικά φαντάστηκε ότι κάποιος ήταν στο σπίτι και έδειχνε στο ταβάνι 'να εκεί είναι', αλλά την επόμενη μέρα ήταν καλά.
• «Μερικές φορές γίνεται επιθετικός χωρίς λόγο» αλλά ύστερα από λίγο δεν θυμάται τίποτα για το συμβάν.
Τυπικά, η κλινική εικόνα επιδεινώνεται ύστερα από κάποιο σωματικό στρες, δηλαδή, μια χειρουργική επέμβαση, μια αναπνευστική λοίμωξη, ή κάποιο άλλο παθολογικό αίτιο παρά την άρτια αντιμετώπιση από τον αρμόδιο ιατρό. Οι ψυχικές καταπονήσεις, όπως θα ήταν ο θάνατος κάποιου συγγενικού προσώπου πολλές φορές αντιμετωπίζονται σαν να μην έχουν συμβεί.
Επίσης, πολύ συχνά, εμφανίζονται απότομες και σοβαρές επιδεινώσεις των συμπτωμάτων ύστερα μια αλλαγή των εξωτερικών συνθηκών διαβίωσης (πχ: μια μετακόμιση ή όταν το άτομο χρειάζεται να νοσηλευτεί για λίγο στο νοσοκομείο ή όταν απαιτείται αλλαγή του ατόμου που το φροντίζει).
Στην προσεκτική κλινική εξέταση διαπιστώνονται διαταραχές της μνήμης (κυρίως της άμεσης μνήμης που εμπλέκεται στην καταγραφή των αντιληπτικών ερεθισμάτων), της προσοχής και της συγκέντρωσης, του προσανατολισμού σε χώρο-χρόνο-πρόσωπα. Ειδικές μετρήσεις (όπως με την κλίμακα MMSE) θα δώσουν ακριβέστερες κλινικές εκτιμήσεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν και σαν δείκτες παρακολούθησης. Στο ψυχικό επίπεδο, το συναίσθημα είναι συχνά καταθλιπτικό ή καταθλιπτικόμορφο χωρίς όμως να σπανίζει μια (ψευδο-) ευφορική εικόνα. Ο ευαίσθητος κλινικός θα διαπιστώσει κάποιου βαθμού απροσφορότητα του συναισθήματος ενώ επίσης αρκετά χαρακτηριστικό είναι ότι ο ασθενής προσπαθεί να κρύψει το γνωσιακά του ελλείμματα.
Αιτιολογία:
Δεν είναι πολλά πράγματα γνωστά για την αιτιολογία των ανοϊκών συνδρομών. Μάλλον είναι πιο εύκολο να πούμε με τι δεν σχετίζεται η εμφάνιση της άνοιας παρά με τους παράγοντες κινδύνου. Έτσι δεν συνδέεται σαφώς με την κληρονομικότητα, το φύλο, το κάπνισμα, άλλες ασθένειες κλπ.
Όταν σκεφτούμε τις άνοιες συνολικά σαν ασθένειες φθοράς (βλέπε αρτηριακή υπέρταση) κατανοούμε καλύτερα ότι σχετίζονται με την ηλικία και ως εκ τούτου είναι λογικό να βλέπουμε σήμερα πολύ συχνότερα τέτοιες κλινικές εικόνες καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι ξεπερνούν την 7η και 8η δεκαετία της ζωής.
Οι κλινικές μορφές των ανοϊκών συνδρομών:
Κλασσικά οι άνοιες διακρίνονται σε αγγειακές και μη-αγγειακές. Η διαφορά έγκειται στην υποκείμενη αιτία καθώς σε κλινικό επίπεδο οι διαφορές είναι ελάχιστες (έως μη-διαπιστώσιμες). Οι αγγειακές άνοιες θεωρούνται ότι οφείλονται σε διαταραχές της αγγειακής αιμάτωσης του εγκεφάλου. Παθολογοανατομικά διαπιστώνονται αλλοιώσεις των μικρών αγγείων του εγκεφάλου κάτι που έχει σαν αποτέλεσμα την ατροφία ολόκληρων περιοχών του. Οι μη-αγγειακές άνοιες (τύπου Alzheimer κλπ) είναι αυτές στις οποίες διαπιστώνεται μεν κλινικά ότι το άτομο έχει απωλέσει τις φυσιολογικές ψυχοδιανοητικές λειτουργίες αλλά στην αξονική και μαγνητική τομογραφία δεν διαπιστώνονται (πάντα) οι αλλοιώσεις που περιγράφονται σαν «εικόνα μικροισχαιμικής αγγειοπάθειας».
Τις περισσότερες φορές, όλες οι συνήθεις παρακλινικές εξετάσεις είναι «εντός φυσιολογικών ορίων» κάτι που δείχνει ότι το σώμα λειτουργεί σε γενικές γραμμές καλά.
Μπουρνάκας Αλέξης
Ψυχίατρος – Ψυχοθεραπευτής
[Τα άρθρα αυτής της σειράς απευθύνονται στο ευρύ κοινό και έχουν σκοπό την ενημέρωσή του σε ό,τι αφορά στις πιο συνήθεις ψυχικές καταστάσεις που συναντώνται στην καθημερινή μας ζωή. Είναι γραμμένες με τον – κατά το δυνατό – πιο απλουστευμένο τρόπο χωρίς, ωστόσο, να θυσιάζουν την επιστημονική εγκυρότητα καθώς και την πληροφορικά πληρότητα.]
http://bournakasalexis-psychoanalysis.blogspot.gr