περιπτώσεις, αυτές να διακόπτονται οριστικά, πχ. επιζώντες συζύγους κάτω των 52 ετών, χορηγείται σύνταξη για 3 έτη και μετά διακόπτεται οριστικά, ούτε κι από τις λανθασμένες αποφάσεις μεταβίβασης σύνταξης λόγω θανάτου που έχουν εκδοθεί και στις οποίες έχει επανυπολογιστεί παράνομα η κύρια σύνταξη. Συγκεκριμένα, αναφέρει η κ. Καϊλή, ενώ ο νόμος 4387/2016 ορίζει ότι ο επανυπολογισμός των κύριων συντάξεων θα ισχύσει από 1/1/2019, στις εν λόγω αποφάσεις που αφορούν στους 80.000 ασφαλισμένους σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΝΔΙΣΥ, δεν υπολογίζουν το 50% στο αρχικό ποσό σύνταξης του θανόντα αλλά στο ποσό που προκύπτει μετά τον επανυπολογισμό του νόμου, στερώντας – ληστεύοντας κατ’ ουσία σημαντικά χρήματα από τους δικαιούχους.
Φυσικά, το όφελος των 175 εκατ. ευρώ που προκύπτει υπό το πρόσταγμα της Κυβέρνησης, υποτίθεται συμβάλλει στο περίφημο πλεόνασμα, το οποίο θα μοιραστεί στις ευπαθείς ομάδες! Ληστεία μετά …δώρου.., σημείωσε η ευρωβουλευτής Εύα Καϊλή.
Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης:
Με την ψήφιση από την ελληνική κυβέρνηση του νόμου Κατρούγκαλου, ν. 4387/2016, και συγκεκριμένα το άρθρο 12 αυτού «Συντάξεις λόγω θανάτου», πλήττεται άμεσα μια ιδιαίτερα ευάλωτη ομάδα πληθυσμού, που προσπαθεί ήδη να συνέλθει από την απώλεια που έχει υποστεί. Μεταξύ άλλων, τίθενται ηλικιακό κριτήριο χορήγησης σύνταξης χηρείας, παραπάνω έτη έγγαμου βίου, αλλάζει μειούμενο το ποσοστό που χορηγείται στον επιζώντα σύζυγο καταργώντας και την προσωπική διαφορά που ενδεχομένως δικαιούνταν ο θανών. Κεκτημένα ετών εργασίας και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών.
Σύμφωνα με τη Συνθήκη της ΕΕ και το Χάρτη των Θεμελιωδών δικαιωμάτων, απαγορεύεται κάθε διάκριση (μεταξύ αυτών και της ηλικίας) και αναφέρονται σαφώς η προστασία της οικογένειας, της εργασίας και ο σεβασμός στο δικαίωμα πρόσβασης στις παροχές κοινωνικής ασφάλισης και στις κοινωνικές υπηρεσίες που εξασφαλίζουν προστασία σε αντίστοιχες περιπτώσεις.
Ερωτάται η Επιτροπή:
1) Συνιστά παραβίαση των ανωτέρω κριτηρίων ο νόμος 4387/2016 της Ελληνικής Κυβέρνησης;
2) Ποια η θέση της ΕΕ για την επανόρθωση των ανωτέρω, και της Επιτροπής ως θεματοφύλακα των Συνθηκών όσον αφορά και στην ισότητα μεταξύ των Ευρωπαίων πολιτών – την ίση μεταχείριση;