Θερμοσυσσωρευτές : Γιατί να τους προτιμήσετε από τις συμβατικές μεθόδους θέρμανσης (πετρέλαιο ή φυσικό αέριο)
Γράφει ο Γιάννης Πετσέλης
Ηλεκτρονικός Ραδιοηλεκτρολόγος
Δυναμική ανάπτυξη καταγράφει τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα η αγορά των θερμοσυσσωρευτών και των θερμοπομπών. Τα θερμαντικά αυτά σώματα, αν και με μακρόχρονη παρουσία στη χώρα μας, άρχισαν να γνωρίζουν μεγάλη ανάπτυξη ...
p>στην ελληνική αγορά μόλις τα τελευταία τρία- τέσσερα χρόνια, χάρη κυρίως στην αύξηση των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αέριου. Κοινό χαρακτηριστικό των θερμοσυσσωρευτών και των θερμοπομπών
είναι τόσο το χαμηλότερο κόστος λειτουργίας έναντι των συμβατικών μεθόδων θέρμανσης (με πετρέλαιο ή φυσικό αέριο) όσο και το μικρότερο κόστος εγκατάστασης και συντήρησης. Η ισχύς των μοντέλων που
κυκλοφορούν στην αγορά ξεκινά από τα 500 Watt για να φτάσει μέχρι και τα 3.000 Watt.
Μείωση 20% στο κόστος της θέρμανσης
ΑΝΤΙΘΕΤΑ με τους θερμοπομπούς, οι θερμοσυσσωρευτές είναι πολύ μεγαλύτερα σώματα, μεγέθους καλοριφέρ, που φτάνουν σε βάρος ακόμη και τα 350 κιλά . Κατασκευασμένοι με πυρότουβλα, οι θερμοσυσσωρευτές συγκεντρώνουν ενέργεια κατά τη διάρκεια της νύχτας και εν συνεχεία τη μετατρέπουν σε θερμότητα.
Έτσι την ημέρα χάρη στον ειδικά ρυθμιζόμενο θερμοστάτη προσφέρουν τη θερμοκρασία που θέλει κανείς στον χώρο του. Για τον λόγο αυτό ενδείκνυται να λειτουργούν με το νυχτερινό ρεύμα της ΔΕΗ επιτυγχάνοντας οικονομία κατά μέσον όρο 20% σε σχέση με τις συμβατικές μεθόδους θέρμανσης (πετρέλαιο και φυσικό αέριο). Κατά τη διάρκεια της ημέρας ωστόσο, η λειτουργία τους θεωρείται αρκετά ενεργοβόρα, γι΄ αυτό και καλό είναι να αποφεύγεται. Δεδομένου ότι χρησιμοποιούν το νυχτερινό τιμολόγιο, η λειτουργία τους γίνεται μέσω ειδικών ρελέ, τα οποία ενεργοποιούνται αυτόματα, μέσω ενός χρονοδιακόπτη ή ενός θερμοστάτη χώρου, που είναι ανάλογα ρυθμισμένος. Τα σώματα αυτά μπορεί να είναι είτε επιδαπέδια είτε επιτοίχια και το κάθε δωμάτιο ενός σπιτιού μπορεί να έχει τη δική του συσκευή, με τον δικό του θερμοστάτη, ώστε να είναι ανεξάρτητο από τα άλλα.
Η τιμή για τις μικρότερες συσκευές κυμαίνεται στα 600-800 ευρώ, ενώ για τις μεγαλύτερες μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 1.700 ευρώ. Τα μεγάλα αυτά σώματα, λόγω κυρίως του κόστους και του μεγέθους τους, έχουν εφαρμογή κυρίως σε μεγάλες κατοικίες, σε εξοχικά, σε μεγάλα τουριστικά συγκροτήματα, σε ξενοδοχεία και νοσοκομεία. Εν ολίγοις, στα πλεονεκτήματα των θερμοσυσσωρευτών μπορεί να αναφέρει κανείς το ότι είναι οικονομικοί στη λειτουργία τους αφού μπορεί να φορτισθούν χρησιμοποιώντας το νυχτερινό ρεύμα, καθώς επίσης το ότι έχουν αυτονομία έως και δύο ημέρες σε περίπτωση διακοπής του ηλεκτρικού. Έχουν ωστόσο και μειονεκτήματα: τοποθετούνται στο πάτωμα και έχουν μεγαλύτερο όγκο από το καλοριφέρ, προϋποθέτουν εγκατάσταση τριφασικού ρεύματος και είναι σχετικά ακριβές συσκευές (αν και η απόσβεση του κόστους αγοράς γίνεται σχετικά γρήγορα).
Αυτονομία και οικονομία
ΟΙ ΘΕΡΜΟΠΟΜΠΟΙ είναι πολύ ελαφρύτεροι από τους θερμοσυσσωρευτές καθώς αποτελούνται μόνο από ηλεκτρικές αντιστάσεις, γι΄ αυτό και ζυγίζουν το πολύ μέχρι 10 κιλά . Κοστίζουν μεταξύ 130 και 200 ευρώ ο καθένας και είναι αρκετά ευέλικτες συσκευές, τόσο λόγω του μικρού τους μεγέθους όσο και επειδή μπορούν- λόγω του θερμοστάτη που διαθέτουν- να λειτουργούν αυτόνομα, δηλαδή σε κάθε δωμάτιο μιας κατοικίας ή ενός μεγάλου γραφείου.
Για παράδειγμα, για να εξασφαλίσει ικανοποιητική θέρμανση ένα σπίτι 100-120 τ.μ. με τέσσερα δωμάτια (συν το σαλόνι) συνιστάται η τοποθέτηση 5-6 θερμοπομπών ανά δωμάτιο. Ένα άλλο τους πλεονέκτημα είναι ότι από τη στιγμή που ο χρήστης ανάβει τον διακόπτη της συσκευής, σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα μπορεί να επιτύχει γρήγορη θέρμανση του χώρου. Έχουν επίσης δυνατότητα αυτόματης ενεργοποίησης μέσω ειδικών ρελέ. Για παράδειγμα, όταν η εξωτερική θερμοκρασία πέσει κάτω από ένα προκαθορισμένο όριο (π.χ. 15 βαθμοί), τότε αυτόματα, μέσω ενός εξωτερικού θερμοστάτη, ενεργοποιείται η συσκευή. Εκεί όπου μειονεκτούν οι θερμοπομποί είναι ότι αντίθετα με τους θερμοσυσσωρευτές δεν έχουν τη δυνατότητα να αποθηκεύουν ενέργεια κατά τις νυχτερινές ώρες, προκειμένου εν συνεχεία να τη μετατρέψουν σε θέρμανση, που χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Πώς όμως λειτουργούν οι θερμοπομποί στην πράξη; Οι θερμοπομποί λειτουργούν διά της φυσικής ροής του αέρα. Ο ψυχρός αέρας που βρίσκεται στα χαμηλότερα στρώματα ενός δωματίου εισέρχεται από το κάτω μέρος του θερμοπομπού, θερμαίνεται από την ειδική αντίσταση του σώματος και εξάγεται από το πάνω μέρος της συσκευής, χωρίς να ξηραίνει τον αέρα. Η συσκευή είναι κατά τέτοιο τρόπο κατασκευασμένη, ώστε να εγκλωβίζει τον αέρα στο εσωτερικό της, ανεβάζοντας έτσι τη συνολική θερμοκρασία του θερμοπομπού. Τα παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα την πολύ γρήγορη απόδοση της θερμότητας στον χώρο, την υγιεινή θέρμανση χωρίς ξήρανση της ατμόσφαιρας και τη γρήγορη διακοπή της λειτουργίας του θερμοπομπού από τον ηλεκτρονικό θερμοστάτη.
Επιπλέον η θερμική αντίσταση πολλών μοντέλων είναι θωρακισμένη με αλουμίνιο. Δεν πυρακτώνεται και επομένως δεν καίει το οξυγόνο της ατμόσφαιρας. Οι συσκευές αυτές τοποθετούνται άφοβα στο μπάνιο, καθώς παρέχουν προστασία από υγρασία και υδρατμούς, ενώ σε περίπτωση που κατά λάθος σκεπαστούν (π.χ. από ρούχα), διακόπτεται αμέσως η λειτουργία τους.
Μείωση 20% στο κόστος της θέρμανσης
ΑΝΤΙΘΕΤΑ με τους θερμοπομπούς, οι θερμοσυσσωρευτές είναι πολύ μεγαλύτερα σώματα, μεγέθους καλοριφέρ, που φτάνουν σε βάρος ακόμη και τα 350 κιλά . Κατασκευασμένοι με πυρότουβλα, οι θερμοσυσσωρευτές συγκεντρώνουν ενέργεια κατά τη διάρκεια της νύχτας και εν συνεχεία τη μετατρέπουν σε θερμότητα.
Έτσι την ημέρα χάρη στον ειδικά ρυθμιζόμενο θερμοστάτη προσφέρουν τη θερμοκρασία που θέλει κανείς στον χώρο του. Για τον λόγο αυτό ενδείκνυται να λειτουργούν με το νυχτερινό ρεύμα της ΔΕΗ επιτυγχάνοντας οικονομία κατά μέσον όρο 20% σε σχέση με τις συμβατικές μεθόδους θέρμανσης (πετρέλαιο και φυσικό αέριο). Κατά τη διάρκεια της ημέρας ωστόσο, η λειτουργία τους θεωρείται αρκετά ενεργοβόρα, γι΄ αυτό και καλό είναι να αποφεύγεται. Δεδομένου ότι χρησιμοποιούν το νυχτερινό τιμολόγιο, η λειτουργία τους γίνεται μέσω ειδικών ρελέ, τα οποία ενεργοποιούνται αυτόματα, μέσω ενός χρονοδιακόπτη ή ενός θερμοστάτη χώρου, που είναι ανάλογα ρυθμισμένος. Τα σώματα αυτά μπορεί να είναι είτε επιδαπέδια είτε επιτοίχια και το κάθε δωμάτιο ενός σπιτιού μπορεί να έχει τη δική του συσκευή, με τον δικό του θερμοστάτη, ώστε να είναι ανεξάρτητο από τα άλλα.
Η τιμή για τις μικρότερες συσκευές κυμαίνεται στα 600-800 ευρώ, ενώ για τις μεγαλύτερες μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 1.700 ευρώ. Τα μεγάλα αυτά σώματα, λόγω κυρίως του κόστους και του μεγέθους τους, έχουν εφαρμογή κυρίως σε μεγάλες κατοικίες, σε εξοχικά, σε μεγάλα τουριστικά συγκροτήματα, σε ξενοδοχεία και νοσοκομεία. Εν ολίγοις, στα πλεονεκτήματα των θερμοσυσσωρευτών μπορεί να αναφέρει κανείς το ότι είναι οικονομικοί στη λειτουργία τους αφού μπορεί να φορτισθούν χρησιμοποιώντας το νυχτερινό ρεύμα, καθώς επίσης το ότι έχουν αυτονομία έως και δύο ημέρες σε περίπτωση διακοπής του ηλεκτρικού. Έχουν ωστόσο και μειονεκτήματα: τοποθετούνται στο πάτωμα και έχουν μεγαλύτερο όγκο από το καλοριφέρ, προϋποθέτουν εγκατάσταση τριφασικού ρεύματος και είναι σχετικά ακριβές συσκευές (αν και η απόσβεση του κόστους αγοράς γίνεται σχετικά γρήγορα).
Αυτονομία και οικονομία
ΟΙ ΘΕΡΜΟΠΟΜΠΟΙ είναι πολύ ελαφρύτεροι από τους θερμοσυσσωρευτές καθώς αποτελούνται μόνο από ηλεκτρικές αντιστάσεις, γι΄ αυτό και ζυγίζουν το πολύ μέχρι 10 κιλά . Κοστίζουν μεταξύ 130 και 200 ευρώ ο καθένας και είναι αρκετά ευέλικτες συσκευές, τόσο λόγω του μικρού τους μεγέθους όσο και επειδή μπορούν- λόγω του θερμοστάτη που διαθέτουν- να λειτουργούν αυτόνομα, δηλαδή σε κάθε δωμάτιο μιας κατοικίας ή ενός μεγάλου γραφείου.
Για παράδειγμα, για να εξασφαλίσει ικανοποιητική θέρμανση ένα σπίτι 100-120 τ.μ. με τέσσερα δωμάτια (συν το σαλόνι) συνιστάται η τοποθέτηση 5-6 θερμοπομπών ανά δωμάτιο. Ένα άλλο τους πλεονέκτημα είναι ότι από τη στιγμή που ο χρήστης ανάβει τον διακόπτη της συσκευής, σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα μπορεί να επιτύχει γρήγορη θέρμανση του χώρου. Έχουν επίσης δυνατότητα αυτόματης ενεργοποίησης μέσω ειδικών ρελέ. Για παράδειγμα, όταν η εξωτερική θερμοκρασία πέσει κάτω από ένα προκαθορισμένο όριο (π.χ. 15 βαθμοί), τότε αυτόματα, μέσω ενός εξωτερικού θερμοστάτη, ενεργοποιείται η συσκευή. Εκεί όπου μειονεκτούν οι θερμοπομποί είναι ότι αντίθετα με τους θερμοσυσσωρευτές δεν έχουν τη δυνατότητα να αποθηκεύουν ενέργεια κατά τις νυχτερινές ώρες, προκειμένου εν συνεχεία να τη μετατρέψουν σε θέρμανση, που χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Πώς όμως λειτουργούν οι θερμοπομποί στην πράξη; Οι θερμοπομποί λειτουργούν διά της φυσικής ροής του αέρα. Ο ψυχρός αέρας που βρίσκεται στα χαμηλότερα στρώματα ενός δωματίου εισέρχεται από το κάτω μέρος του θερμοπομπού, θερμαίνεται από την ειδική αντίσταση του σώματος και εξάγεται από το πάνω μέρος της συσκευής, χωρίς να ξηραίνει τον αέρα. Η συσκευή είναι κατά τέτοιο τρόπο κατασκευασμένη, ώστε να εγκλωβίζει τον αέρα στο εσωτερικό της, ανεβάζοντας έτσι τη συνολική θερμοκρασία του θερμοπομπού. Τα παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα την πολύ γρήγορη απόδοση της θερμότητας στον χώρο, την υγιεινή θέρμανση χωρίς ξήρανση της ατμόσφαιρας και τη γρήγορη διακοπή της λειτουργίας του θερμοπομπού από τον ηλεκτρονικό θερμοστάτη.
Επιπλέον η θερμική αντίσταση πολλών μοντέλων είναι θωρακισμένη με αλουμίνιο. Δεν πυρακτώνεται και επομένως δεν καίει το οξυγόνο της ατμόσφαιρας. Οι συσκευές αυτές τοποθετούνται άφοβα στο μπάνιο, καθώς παρέχουν προστασία από υγρασία και υδρατμούς, ενώ σε περίπτωση που κατά λάθος σκεπαστούν (π.χ. από ρούχα), διακόπτεται αμέσως η λειτουργία τους.