"Όταν πεθαίνουν οι ποιητές" του Γ.Δ. Αναγνώστου
Μηχανές αναζήτησης να θυμίζουν το θάνατο. Μπανεράκια μικρά τοσοδούλικα να αναγγέλλουν το θάνατο. Και κακοί ποιητές ν ΄ανασύρουν μνημόσυνα. Φωνασκούν, κλαιν και οδύρονται σε αναρτήσεις ευφάνταστες. Φίλοι όλοι και φαν μα που κράτησαν μόνο τίτλους από ποιήματα. Τα υπόλοιπα των κεριών λησμονώντας. Κι όλη μέρα πανεύκολα δύο στίχους ξεκλέβουν. Αντιγραφή κι επικόλληση. Όλα κι όλα δυο κλικ ατημέλητα. Ω! πόσο εύκολα γέμισε απ’ ανώδυνο θάνατο η οθόνη μου. Μια στιγμή αιωνιότητας ετερόφωτοι άνθρωποι μνημονεύουν το άπιαστο το αδιάβαστο πόνημα που ποτέ δε θ ΄αγγίξουν. Και σαρώνουν τη μνήμη τους, φουσκωμένα μυαλά που τα γέμισαν εφήμερη δόξα αναρτήσεις ατάλαντες. Κι ο νεκρός ποιητής στέκει τώρα απέναντι και χλευάζει τον θάνατο που εκείνοι δοξάζουν. Αχ! Υπέργηρε θάνατε της ζωής μας ο σύντροφος τώρα πια ανταμώνεις ολοσέλιδα posts με δακρύβρεχτες λέξεις. Γιατί αλήθεια πως γίνεται να θυμόμαστε κάποιον μοναχά την ημέρα που εκείνος πεθαίνει.
Ω! φασαρία που κάνουμε.
Ποιητή πεθαμένε την επαύριον κιόλας σ ‘ έχουν κιόλας ξεχάσει. Λιγοστά πλαστικ’ άνθη στα δικά σου τα μάρμαρα να στολίζουν τον τάφο σου. Για να μείνουν αμάραντα τα δικά μας τα λόγια κι ας ξεβάφει το χρώμα τους απ’ τον δίκαιο ήλιο. Ω! Η λήθη συνάντησε τον εφήμερο έρωτα. Του μοντέρνου ανθρώπου.
Κι επιτέλους αφήστε
Τους νεκρούς ποιητές
Να πεθαίνουν περήφανοι
Μες στο χώμα
Στα ράφια τους
Γ.Δ. Αναγνώστου 13. Χ. 2020