Τελεσίδικη δικαστική απόφαση: Δεν υφίσταται απόλυτη απαγόρευση της διαφήμισης οδοντιάτρων
Μία σημαντική συνεργασία ξεκινά το «Καλημέρα Αρκαδία» με τον δικηγόρο Αθηνών Δημήτριο Σπυρόπουλο. Μέσα από τα νομικά άρθρα, θα έχετε τη δυνατότητα να ενημερώνεστε για σημαντικά θέματα που ανακύπτουν ύστερα από δικαστικές αποφάσεις.
Σήμερα, αναδεικνύουμε μία τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Αθηνών σχετικά με την διαφήμιση οδοντιατρικών υπηρεσιών.
ΑΝΤΙΘΕΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΙΚΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΛΥΤΗ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ : ΤΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ.
Δημητρίου Σπυροπούλου, δικηγόρου Αθηνών [LLMΕυρωπαϊκό Κοινοτικό Δίκαιο ], www.lawyeron.eu, e-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. [facebook – σελίδα : www.facebook.com/pages/ΙΑΤΡΙΚΗ-ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ/189795531035955?fref=ts)
Με αφορμή την με αριθμό 1905/2014 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών θα αναφερθούμε στην ερμηνεία που δίνει, ο έλληνας δικαστής, στο θέμα την διαφήμισης των οδοντιατρικών υπηρεσιών.
Η απόφαση αναπτύσσει στο σκεπτικό της μια σημαντική, απολύτως ορθή, αλλά και αυτονόητη προσέγγιση στην ανάλυση της συνταγματικής διάταξης για την ελευθερία της έκφρασης, η οποία ανατρέπει τις διατάξεις όλων των δεοντολογικών κανονισμών των νομοθετικώς κατοχυρωμένων επαγγελμάτων, που απαγορεύουν ρητώς, κατηγορηματικώς και δια ροπάλου, την διαφήμιση των υπηρεσιών. Στο παρόν άρθρο θα σταχυολογήσουμε τα καίρια σημεία της απόφασης, τα οποία ανατρέπουν τα όσα ισχυρίζονται, όλα αυτά τα χρόνια, οι οδοντιατρικοί σύλλογοι, για απόλυτη απαγόρευση της διαφήμισης.
1]. ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΑΠΟΛΥΤΗ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΩΝ
Η απόφαση έκρινε ότι «δεν απαγορεύεται κατά τρόπο απόλυτο η διαφήμιση στους οδοντιάτρους, αλλά προβλέπεται η απαγόρευση συγκεκριμένων μορφών διαφήμισης και ειδικότερα αυτών, που χρησιμοποιούν απατηλά μέσα, καθώς και αυτών, που αποσκοπούν κατά τρόπο επιδεικτικό και κραυγαλέο να καταδείξουν την επιστημονική υπεροχή του οδοντιάτρου έναντι των λοιπών συναδέλφων του» [σκέψη 4]. Με την ερμηνεία αυτή εισάγεται η πλήρης απελευθέρωση της διαφήμισης με τους περιορισμούς, που αναφέρει η απόφαση και συνίστανται μόνο στο θέμα της παραπλανητικής και της επιδεικτικής - κραυγαλέας διαφήμισης.
2]. ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΤΡΕΠΤΗ Η ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ
Η απόφαση συνεχίζει με το σκεπτικό ότι «Οι επιστημονικές ανακοινώσεις του οδοντιάτρου σε εφημερίδες και περιοδικά ποικίλης ύλης, οι οποίες στηρίζονται σε επιστημονικά δεδομένα και αποβλέπουν στην πληροφόρηση του κοινού, σχετικά με την εξέλιξη της επιστήμης και τις νέες θεραπευτικές δυνατότητες, που παρέχονται στους ασθενείς, δεν απαγορεύονται από τις διατάξεις του κανονισμού οδοντιάτρων, ακόμη και εάν, λόγω του περιεχομένου τους, οι ανακοινώσεις αυτές έχουν ως παρεπόμενο αποτέλεσμα την ανάδειξη των εν λόγω θεραπευτικών δυνατοτήτων ως πλεονεκτικότερων σε σχέση με τις έως τότε εφαρμοζόμενες και την συνακόλουθη προβολή του ασκούντος αυτές οδοντιάτρου» [σκέψη 4].
Με λίγα λόγια, η απόφαση προσδίδει μεγαλύτερη βαρύτητα στην πληροφόρηση του κοινού σε νέες θεραπευτικές μεθόδους, ακόμα και αν η πληροφόρηση αυτή έχει ως συνέπεια την προβολή τού οδοντιάτρου, που εφαρμόζει αυτές τις μεθόδους και την ανάδειξη των θεραπευτικών δυνατοτήτων των μεθόδων αυτών. Θεωρεί, με λίγα λόγια, ότι το κοινό έχει το δικαίωμα στην ενημέρωση και ο οδοντίατρος έχει την υποχρέωση να παρέχει την ενημέρωση αυτή, μέσα από την κλινική του εμπειρία και τα νέα εμπειρικά δεδομένα στην θεραπεία των παθήσεων.
Ενημέρωση, βέβαια, μπορεί να πραγματοποιεί κάθε γιατρός για κάθε θέμα, που άπτεται της επαγγελματικής του δραστηριότητας και της κλινικής του εμπειρίας και όχι μόνο όταν πρόκειται για νέες θεραπευτικές μεθόδους.
3]. Η ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΩΝ ΔΕΝ ΠΡΟΣΔΙΔΕΙ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ ΕΠΙΔΕΙΚΤΙΚΟ – ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ
Η ίδια απόφαση σε άλλο, πολύ σημαντικό σημείο της, τονίζει ότι «η συστηματική και κατ’ επανάληψη δημοσίευση παρεμφερών κειμένων σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά ποικίλης ύλης δεν προσδίδει στα σχετικά άρθρα επιδεικτικό, διαφημιστικό χαρακτήρα, ενώ η παράθεση των κλινικών πλεονεκτημάτων μιας μεθόδου είναι αναγκαία για την ολοκληρωμένη παρουσίαση της μεθόδου και δεν συνιστά απαγορευόμενη επιδεικτική συγκριτική διαφήμιση» [σκέψη 7].
Επομένως, στη σκέψη αυτή είναι σαφέστατη η παραδοχή του δικαστηρίου ότι, ακόμα και η επανειλημμένη δημοσίευση ενός κειμένου, δεν συνιστά αυτή καθ’ εαυτή, απαγορευμένη συγκριτική διαφήμιση.
4]. ΔΕΝ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΘΗΚΑΝ ΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟ Α.Π.Σ.Ο.
Το δικαστήριο έκρινε, επίσης, ότι «τα άρθρα, που δημοσίευσε ο διωκόμενος οδοντίατρος, αποτελούσαν επιτρεπόμενες, από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Δεοντολογικού Κανονισμού Οδοντιάτρων, ανακοινώσεις προς το κοινό, σχετικά με ορισμένη οδοντιατρική θεραπευτική μέθοδο, οι οποίες δεν απαιτείται, όπως αβασίμως αναφερόταν στην προσβαλλόμενη πράξη [εννοεί την απόφαση του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου], να συνοδεύονται από δημοσίευση των επιστημονικών συγγραμμάτων και των δημοσιευμάτων σε επιστημονικά περιοδικά, στις οποίες βασίζονται, ενόψει του γεγονότος ότι απευθύνονται στο ευρύ κοινό και όχι στην κοινότητα των ειδικών οδοντιάτρων».
5]. Η ΑΝΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΤΗΛΕΦΩΝΟΥ ΔΕΝ ΣΥΝΙΣΤΑ ΕΠΙΔΕΙΚΤΙΚΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Αναφορικά με την αναγραφή του τηλεφώνου του οδοντιάτρου στα άρθρα, το Δικαστήριο δέχθηκε ότι «δεν συνιστά επιδεικτική διαφήμιση ενόψει και του γεγονότος ότι το τηλέφωνο αποτελεί στοιχείο που επιτρέπεται στον οδοντίατρο να δημοσιεύει» [σκέψη 7]. Με το σκεπτικό αυτό, δίδεται και μία ευθεία και ξεκάθαρη απάντηση στο αν έχουν το δικαίωμα οι γιατροί να δημοσιεύουν τα στοιχεία επικοινωνίας τους [τηλέφωνο, διεύθυνση] σε επαγγελματικούς οδηγούς, εφημερίδες κλπ έντυπα ή ηλεκτρονικά μέσα.
Αξιοσημείωτο είναι ότι, μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος του 2001 προστέθηκε το άρθρο 5 Α, το οποίο αναφέρει στην παράγραφο 1 τα εξής :
«1. Καθένας έχει δικαίωμα στην πληροφόρηση, όπως νόμος ορίζει. Περιορισμοί στο δικαίωμα αυτό είναι δυνατόν να επιβληθούν με νόμο μόνο εφόσον είναι απολύτως αναγκαίοι και δικαιολογούνται για λόγους εθνικής ασφαλείας, καταπολέμησης του εγκλήματος ή προστασίας δικαιωμάτων και συμφερόντων τρίτων.
Επίσης, στην παράγραφο 2 ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής :
2. Καθένας έχει δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας».
Από την διάταξη αυτή, οποία δεν έχει τύχει ακόμα εκτενούς ερμηνείας από τα ελληνικά δικαστήρια, πηγάζει το δικαίωμα του πληροφορείν [διάδοση πληροφοριών] και του πληροφορείσθαι [λήψη πληροφοριών].
Καταλήγοντας, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι, τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από τους οδοντιατρικούς ή ιατρικούς συλλόγους, ή και από όργανα άλλων «κλειστών» επαγγελμάτων, ότι δήθεν ισχύει η απόλυτη απαγόρευση της διαφήμισης των υπηρεσιών, επειδή έτσι ορίζει κάποια διάταξη κάποιου Κώδικα Δεοντολογίας, δεν υποστηρίζονται από τη νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων και οι σχετικοί ισχυρισμοί έχουν προ πολλού καταρρεύσει και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, όπως έχει διαμορφωθεί από τη νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων.
Τυχόν δημόσια έγγραφα, τα οποία συντάσσονται από γραφειοκράτες υπαλλήλους υπουργείων και υποστηρίζουν τα αντίθετα, είναι απλώς αυθαίρετα και παράνομα, δεν επάγονται καμία έννομη συνέπεια και μόνο γέλωτα μπορούν να προκαλέσουν, αφού η αυθεντική ερμηνεία των νόμων ανήκει, σύμφωνα με το άρθρο 77 του Συντάγματος, στη νομοθετική εξουσία, ενώ η δικαιοσύνη απονέμεται από τη δικαστική εξουσία, η οποία επίσης έχει την αρμοδιότητα να ερμηνεύει το νόμο, κατά την εφαρμογή του στην πράξη.
Εν κατακλείδι, διατάξεις δεοντολογικών κανονισμών, οι οποίες προσκρούουν στην ελευθερία της έκφρασης και στην επαγγελματική ελευθερία, έχουν καταργηθεί σιωπηρώς και δεν εφαρμόζονται. Τα πειθαρχικά όργανα είναι υποχρεωμένα να λαμβάνουν υπ’ όψιν τους αυτές τις παραμέτρους, όταν καλούνται να συζητήσουν πειθαρχικές αγωγές, πλήν όμως, δεν συμμορφώνονται ούτε με την ελληνική νομοθεσία, όπως ερμηνεύεται από τα ελληνικά δικαστήρια, ούτε με τις διατάξεις της Συνθήκης της ΕΕ, όπως ερμηνεύονται από το Δικαστήριο της Ε.Ε., αλλά ούτε και με τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου [Ε.Σ.Δ.Α.], όπως ερμηνεύονται από το Δικαστήριο στο Στρασβούργο. ΄Οσες πειθαρχικές υποθέσεις οδηγούνται στα δικαστήρια, αντιμετωπίζονται στην πραγματική τους νομική διάσταση και μόνο εκεί υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες δικαίωσης του πειθαρχικώς διωκομένου.