Λεκτική κακοποίηση | Η τιμωρία του άλλου διαμέσου της σιωπής
Ο σοφός λαός λέει πως «Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει», εννοώντας τις επιπτώσεις που μπορεί να έχουν τα λεγόμενα κάποιου και τη βία που μπορεί να εμπεριέχεται σε αυτά. Θεωρώ πως το ίδιο ακριβώς -αν όχι περισσότερο- ισχύει και για την τιμωρητική σιωπή που και αυτή θεωρείται ως μία μορφή λεκτικής κακοποίησης.
Η αποκαλούμενη «λεκτική κακοποίηση» μπορεί να προσλάβει πολλές και διάφορες μορφές και αποσκοπεί πάντα στον έλεγχο του άλλου και στην άσκηση εξουσίας επάνω του. Είναι μία μορφή κακοποίησης που, αν και δεν αφήνει μελανιές και ορατά τραύματα στο σώμα, μπορεί να τσακίσει τον αποδέκτη της, τουλάχιστον εξίσου πολύ, όπως και η φυσική κακοποίηση, η δε αποκατάσταση των ψυχικών τραυμάτων που προκαλεί απαιτεί πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η λεκτική κακοποίηση μπορεί να συμβεί παντού και σε κάθε είδους σχέση (ερωτική, συζυγική, φιλική, συναδελφική, γονέα-παιδιού, ομοφυλοφιλική κ.ά.) ή κατάσταση. Ο θύτης μπορεί να είναι άνδρας ή γυναίκα, με τους πρώτους να κυριαρχούν κατά πολύ.
Εάν σου έχει συμβεί να βρίσκεσαι στον ίδιο χώρο με κάποιον που γνωρίζεις καλά και μοιάζει σαν να μην υπάρχεις για αυτόν, δεν απαντά στις ερωτήσεις που του κάνεις, δεν εκφράζει το παραμικρό συναίσθημα απέναντί σου, σε κρατά με διάφορους τρόπους σε απόσταση και είναι ψυχρός και απόμακρος, τότε έχεις πέσει θύμα της αποκαλούμενης «τιμωρητικής σιωπής».
Θα πρέπει, επίσης, να έχουμε υπόψη πως η λεκτική κακοποίηση είναι συνηθέστατα ο προάγγελος μιας μελλοντικής φυσικής κακοποίησης στις στενές σχέσεις. Σε αυτές θα αναφερθούμε, κατά κύριο λόγο, στη συνέχεια.
Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά μιας τιμωρητικής σιωπής;
Ο σιωπών/θύτης δεν μοιράζεται τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τα σχέδια ή τις εμπειρίες του με τη σύντροφό του. Συμπεριφέρεται αδιάφορα και ψυχρά, μη δίνοντας την παραμικρή ευκαιρία επικοινωνίας, όσες προσπάθειες προσέγγισης και αν κάνει ο άλλος. Προσποιείται πως δεν ακούει ή πως ασχολείται με κάτι άλλο. Συχνά, πολλές γυναίκες, λανθασμένα, θεωρούν πως ο θύτης θα «μαλακώσει» και θα τις προσέξει, αρκεί να βρουν το «σωστό» τρόπο προσέγγισής του ή του δείξουν ακόμα περισσότερο την αγάπη τους. Σε καμία περίπτωση, όμως, η αγάπη από μόνη της δεν αλλάζει ένα άτομο που εξοντώνει με τέτοιον τρόπο έναν δικό του άνθρωπο. Αντίθετα, θα γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης. Άλλες πάλι προσπαθούν να τον δικαιολογήσουν -για να κάνουν λιγότερο επώδυνη την όλη κατάσταση για τις ίδιες-, επικαλούμενες πως είναι κλειστός χαρακτήρας, ντροπαλός, αφηρημένος, πως έχει πολλές έγνοιες, προβλήματα κ.τ.λ.
Μια τέτοιου είδους σιωπή μπορεί να διαρκέσει από λίγες ώρες μέχρι μέρες, εβδομάδες, μήνες ή και χρόνια ακόμα. Πριν από τρεις μήνες περίπου, είδα έναν άνδρα για κάποια σοβαρά προσωπικά του προβλήματα που μου ανέφερε πως δεν μιλούσαν με τη σύζυγό του τα τελευταία δύο χρόνια, παρόλο που ζούσαν στο ίδιο σπίτι. Πρόλαβα να γράψω πως κάτι παρόμοιο δεν έχω ξανακούσει. Το διέγραψα, όμως, γιατί, ως κεραυνός εν αιθρία, μου ήρθε στη θύμηση η ιστορία ενός νέου άνδρα, 35 περίπου ετών που παρακολουθούσα πριν από μερικά χρόνια, ο οποίος μου ανέφερε πως οι γονείς του δεν μιλούσαν μεταξύ τους από τότε που ο ίδιος ήταν 8 ετών -οπότε υποτίθεται πως χώρισαν-, συνεχίζοντας, όμως, να συγκατοικούν στο ίδιο σπίτι και αποφεύγοντας ακόμα και να συναντήσουν ο ένας τον άλλον. Ήταν πραγματικά μια απίστευτα σοκαριστική πληροφορία που, όμως, έκανε πολύ πιο κατανοητά τα τεράστια προβλήματα που αντιμετώπιζε αυτός ο άνθρωπος.
Υπάρχουν φορές που τους λόγους της τιμωρητικής σιωπής μόνον ο ίδιος ο σιωπών γνωρίζει, μη δίνοντας την παραμικρή απάντηση, παρά τις απέλπιδες προσπάθειες της συντρόφου του να μάθει την αιτία της απόσυρσής του, ή δίνοντας απαντήσεις του τύπου «Θα έπρεπε να ξέρεις», «Δεν υπάρχει τίποτα να συζητήσουμε, ούτως ή άλλως ποτέ δεν ακούς ή δεν καταλαβαίνεις» κ.ά., προκαλώντας της, με τον τρόπο αυτόν, ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση, ανασφάλεια, απόγνωση και αυτοαμφισβήτηση, στερώντας της κάθε ευκαιρία να απολογηθεί, να δώσει εξηγήσεις ή, αν είναι αναγκαίο, να επανορθώσει.
Οι κύριοι λόγοι χρησιμοποίησης της τιμωρητικής σιωπής
Όπως προαναφέραμε, οι κυριότεροι λόγοι της οποιασδήποτε μορφής λεκτικής κακοποίησης, έτσι και της τιμωρητικής σιωπής, είναι η άσκηση εξουσίας και ελέγχου επάνω σε κάποιον, ασχέτως των συνεπειών της συμπεριφοράς αυτής για τον αποδέκτη της. Η σιωπηρή αυτή τιμωρία του άλλου αποσκοπεί στην ουσία να τον συνθλίψει, ακόμα και να τον «σκοτώσει» ψυχικά, να τον κάνει να νιώσει ανύπαρκτος, αρκεί να υποταχθεί πλήρως και να «συμμορφωθεί προς τας υποδείξεις»…
Ένα αποδυναμωμένο και ψυχικά εξοντωμένο άτομο δεν είναι σε θέση να προβάλει την παραμικρή αντίσταση και επιτρέπει στο δυνάστη του να ασκεί πλήρη έλεγχο επάνω του, επιβάλλοντας ανεμπόδιστα όλους τους όρους του. Τέτοιοι όροι μπορεί να είναι η αποφυγή απαντήσεων σε «δυσάρεστα» ερωτήματα ή της οποιαδήποτε συζήτησης για τυχόν προβλήματα στη σχέση, η άρνηση ανάληψης της οποιαδήποτε ευθύνης -πέραν αυτών που ο ίδιος επιθυμεί- και διάφορα άλλα.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του θύτη;
Δεν υπάρχουν κάποια συγκεκριμένα εξωτερικά χαρακτηριστικά που να βοηθούν στην αναγνώρισή του στους διάφορους τομείς της ζωής μας. Ένα είναι βέβαιο, πάντως. Κανένα άτομο δεν φέρεται με έναν τόσο βίαιο και ανάλγητο τρόπο σε κάποιον -ιδιαίτερα όταν πρόκειται για αγαπημένο του, υποτίθεται, πρόσωπο-, εάν δεν έχει βιώσει ο ίδιος κάτι ανάλογο -σε ευαίσθητη ηλικία και από σημαντικά πρόσωπα του άμεσού του περιβάλλοντος- που έχει αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στον ψυχισμό και στην προσωπικότητά του.
Ο θύτης είναι, σε κάθε περίπτωση, άτομο χειριστικό. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, πως φροντίζει να μαθαίνει τα ευαίσθητα σημεία του άλλου -και όταν πρόκειται για τη σύντροφό του, είναι φυσικό να τα γνωρίζει πολύ καλά- και να τα «αξιοποιεί» με τον πλέον στυγνό τρόπο για προσωπικό του όφελος. Για παράδειγμα, κάνοντας τη σύντροφό του να νιώθει αναστάτωση, θυμό, ανασφάλεια, αβεβαιότητα, παραμέληση, εγκατάλειψη κ.τ.λ., μπορεί πολύ ευκολότερα να το εκμεταλλευθεί, αποκτώντας άλλοθι για τα «επιχειρήματά» του και μετατρέποντάς την σε πιόνι της νοσηρής ψυχικής του σκακιέρας.
Ο θύτης θέλει να εξουσιάζει τους άλλους, ακόμα και αυτόν που υποτίθεται πως «αγαπά». Για ένα τέτοιο άτομο, ισχύει το είτε έχεις εξουσία είτε όχι. Δεν υπάρχει τίποτα ενδιάμεσο. Ακόμα και μια συνηθισμένη σύγκρουση αποτελεί πόλεμο που είτε θα τον κερδίσει είτε θα τον χάσει και, για το λόγο αυτό, κάνει τα πάντα για να τον κερδίσει ώστε να νιώσει πως εξακολουθεί να εξουσιάζει τον άλλον. Αυτό του δημιουργεί το απαραίτητο αίσθημα ασφάλειας που χρειάζεται για τη διατήρηση της ψυχικής του «ισορροπίας».
Ένα κοινό χαρακτηριστικό, που αφορά στους περισσότερους θύτες, είναι η «έξωθεν καλή μαρτυρία» που φροντίζουν να έχουν πάντα. Η εντύπωση που δίνουν, συνήθως, στους άλλους είναι η εικόνα ενός πολύ ευχάριστου, ευγενικού και άψογου προς τους άλλους ατόμου, σε σημείο που πρόσωπα του άμεσου περιβάλλοντος της συντρόφου τους -συχνά ακόμα και οι ίδιοι οι γονείς της- να μην μπορούν να την πιστέψουν, όταν αποφασίζει να τους μιλήσει για το μαρτύριο που ζει.
Αυτό ακριβώς συνέβη και με μια νέα γυναίκα που παρακολουθούσα πριν από ένα χρόνο περίπου. Όταν μίλησε με τους γονείς της για την ψυχική της κακοποίηση από το σύζυγό της, αυτοί όχι μόνο δεν την πίστεψαν αλλά της είπαν πως θα έπρεπε να θεωρεί τον εαυτό της τυχερό που έχει έναν τόσο καλό σύζυγο. Απελπισμένη και νιώθοντας παντελώς μόνη και αβοήθητη απευθύνθηκε στον πνευματικό του συζύγου της -ο οποίος σύζυγος ήταν θρήσκος, εξομολογούνταν και πήγαινε πολύ συχνά στην εκκλησία- για να ζητήσει τη συμβουλή του. Ακόμα και αυτός όχι μόνο δεν την πίστεψε αλλά τη συμβούλεψε να επισκεφθεί ψυχολόγο για τον εαυτό της! Με αφορμή όλα αυτά και αρχίζοντας να πιστεύει πως η ίδια ευθύνεται, μάλλον, για όλα τα δεινά της, με επισκέφθηκε. Όταν, τελικά, μετά από κάποιο διάστημα, ένιωσε πιο ασφαλής και δυνατή και ανακοίνωσε στο σύζυγό της πως θα πάρει τα δύο ανήλικά τους παιδιά και θα φύγει από το σπίτι, ποιος είδε τον Κύριο και δεν φοβήθηκε. Χρειάσθηκε να συμβούν τα όσα φοβερά ακολούθησαν για να πεισθούν οι πάντες πως τα όσα έλεγε η άτυχη αυτή γυναίκα ήταν, τελικά, αλήθεια.
Επειδή η τιμωρία του άλλου διαμέσου της σιωπής είναι μία μασκαρεμένη/συγκαλυμμένη μορφή λεκτικής και ψυχικής κακοποίησης, ταιριάζει σε και ασκείται ιδιαίτερα από άτομα που έχουν μια παθητική-επιθετική δομή προσωπικότητας. Τα άτομα αυτά έχουν μια εκπληκτική ικανότητα να βασανίζουν, να τιμωρούν και να χειρίζονται τους άλλους, την ίδια στιγμή που δίνουν την εντύπωση φυσιολογικών, πράων και πρόθυμων να βοηθήσουν τους άλλους ατόμων. Μια παθητική-επιθετική συμπεριφορά είναι, συνήθως, δύσκολα αναγνωρίσιμη. Είναι μια, στην ουσία, απόλυτα χειριστική στάση και συμπεριφορά που επιτρέπει σε κάποιον να πετυχαίνει αυτό που θέλει, χωρίς να χρειάζεται να το εκφράσει ή να αναλάβει την ευθύνη του για αυτό. Τα άτομα αυτά δεν εκφράζουν ποτέ το θυμό τους άμεσα αλλά διαμέσου παγερής σιωπής, αποφυγής, σαρκασμών και ειρωνειών γαρνιρισμένων με «χιούμορ» ή με το να «ξεχνούν» τα όσα έπρεπε να κάνουν. Με τον τρόπο αυτόν, δύσκολα μπορεί κάποιος να τους καταλογίσει ευθύνη καθώς ποτέ δεν αρνούνται κάτι αλλά ούτε και δείχνουν άμεσα θυμό. Τα άτομα αυτά έλκονται, συνήθως, από γυναίκες με χαμηλή αυτοεκτίμηση που έχουν την τάση να συγχωρούν τους άλλους για τα όποια λάθη τους.
Τι μπορεί να κάνει κάποιος που εκτίθεται σε μια τέτοια συμπεριφορά
Εάν κάποιος/-α δεν μπορεί ή δεν θέλει, για κάποιους λόγους, να φύγει από μία τέτοιου είδους νοσηρή σχέση -όπου μετατρέπεται από υποκείμενο σε αντικείμενο- είναι καλό, μέχρι να βρει το κουράγιο και τη δύναμη να κάνει κάτι καλύτερο, να έχει υπόψη τα εξής:
– Προσπάθησε να απαλλαγείς από τον παραλυτικό ρόλο του μονίμου θύματος.
– Στις φάσεις της σιωπής, προσπάθησε να ελέγξεις την αίσθηση πως είσαι η μόνη υπεύθυνη, μη ζητάς συνεχώς συγνώμη και μη δίνεις γενικώς άλλοθι στο θύτη πως έχει δίκιο και άρα το δικαίωμα να σε εξουσιάζει.
– Διαμαρτυρήσου, πες πως είναι πολύ βαρετή και αδιέξοδη η σχέση μαζί του και πως αρνείσαι να συνεχίσεις να συμμετέχεις σε ένα τέτοιο θέατρο παραλόγου.
– Φρόντισε και δείξε στον εαυτό σου την αγάπη που του αξίζει, κάνε πράγματα που σου αρέσουν και δώσε προτεραιότητα στη σχέση σου με άτομα που σε νοιάζονται και σε αγαπούν.
– Μη μπαίνεις στη διαδικασία να ανταποδώσεις με το ίδιο αντίτιμο. Φθείρει και δεν οδηγεί πουθενά. Δεν έχει νόημα να μετατρεπόμαστε σε θηριοδαμαστές. Ο στόχος θα πρέπει να είναι να δείχνουμε πως η στάση του αυτή δεν μας πλήττει και δεν μας γονατίζει πλέον.
– Αν υπάρχουν παιδιά, προστάτεψέ τα και μην τα εμπλέκεις στη νοσηρή αυτή κατάσταση. Μέρος της προστασίας είναι να μην εκτίθενται σε ένα τόσο νοσηρό μοντέλο σχέσης ανάμεσα στα δύο φύλα.
– Τέλος, μην ξεχνάς πως ο καθένας μας είναι υπεύθυνος της ζωής που ζει και του είδους της σχέσης που έχει…
Dr. Σάββας Ν. Σαλπιστής, M.Sc., Ph.D.
Κλινικός Ψυχολόγος Πανεπιστημίου Στοκχόλμης ενηλίκων και παίδων
Διπλωματούχος Ψυχοθεραπευτής
Βασιλικού Ιατροχειρουργικού Ινστιτούτου Karolinska Στοκχόλμης
Για την υπηρεσία online ψυχολόγος (online συνεδρίες) κάντε κλικ ΕΔΩ
Για ραντεβού στο γραφείο του Σάββα Ν. Σαλπιστή Ph.D. κάντε κλικ ΕΔΩ