Η συγκλονιστική ιστορία του Σαντ μέσα από τα μάτια του Κωνσταντίνου Φάμη | Ένα ταξίδι στην ανθρώπινη ψυχή και την ελπίδα
Με συγκίνησε η ίδια η ιστορία του. Το μεγαλείο της ψυχής του, το φως που εκπέμπει παρόλη την δύσκολη καθημερινότητα που ζει και η ελπίδα και τα όνειρα που λειτουργούν ως κίνητρο για να συνεχίζει να ζει και να παλεύει, πείθοντας τον εαυτό του ότι κάποτε όλα θα είναι αλλιώς.
- Ο Σαντ περιγράφει τον εαυτό του ως έναν ξένο ανάμεσα στους άλλους. Πώς πιστεύετε ότι αυτή η αίσθηση μοναξιάς και απομόνωσης αποδίδεται μέσα στο έργο;
Ο Σαντ, περιμένοντας να βραδιάσει για να πάει να πουλήσει τα τριαντάφυλλά του, επινοεί ένα φανταστικό κοινό και μοιράζεται με αυτό όλες τις σκέψεις του. Θυμάται με νοσταλγία την οικογένειά του, στεναχωριέται που όλοι του μιλάνε στον ενικό, αναπολεί τα παιδικά του χρόνια και θυμώνει που δεν έχει ίδια δικαιώματα με τους υπόλοιπους ανθρώπους. Βρίσκω εξαιρετικά συγκινητικό το γεγονός ότι ένας άνθρωπος μόνος σε ένα δωμάτιο, για να ξορκίσει τον φόβο και την μοναξιά, πιάνει κουβέντα με φανταστικούς ανθρώπους. Από αυτήν την πλασματική επικοινωνία παίρνει κουράγιο και δύναμη για να βγει απ΄το σπίτι. Μια απόφαση καθόλου εύκολη για εκείνον.
Η φράση "Γι’ αυτά που δεν μπορείς να μιλήσεις, πρέπει να μιλάς" είναι έντονα φορτισμένη. Πώς την αντιλαμβάνεστε μέσα στο πλαίσιο της ιστορίας του Σαντ;
Το να μιλάς για όσα σε στεναχωρούν, παραβιάζουν και κακοποιούν, είναι ο μόνος τρόπος για να διεκδικήσεις την ελευθερία σου, κάθε στιγμή. Όταν μιλάς για όσα σε πληγώνουν, «παίρνεις θέση» κι ακόμα κι αν δεν δεις αλλαγή στην συμπεριφορά του άλλου, τουλάχιστον ενδυναμώνεις την αυτοεκτίμησή σου κι αυτό είναι απαραίτητο στην ζωή.
Πιστεύετε ότι ο Σαντ αντιπροσωπεύει συγκεκριμένα τον σύγχρονο μετανάστη ή μπορεί να συμβολίζει και άλλες ομάδες ανθρώπων που αισθάνονται «ξένοι» μέσα στις κοινωνίες τους;
Πιστεύω ότι όλοι μας έχουμε κομμάτια του Σαντ, κι ας ζούμε στην χώρα που γεννηθήκαμε. Ο Σνάιντερ, ο συγγραφέας της «Βρωμιάς», δεν περιορίζεται μόνο στο μεταναστευτικό. Μιλά για όσους νιώθουν ότι δεν είναι καλοδεχούμενοι από την κοινωνία. Είτε έχουν διαφορετικό χρώμα στο δέρμα, είτε πιστεύουν σε άλλον θεό, είτε έχουν διαφορετικές σεξουαλικές προτιμήσεις από τους περισσότερους. Κι επίσης ο φόβος και η μοναξιά που νιώθει ο ήρωας του έργου είναι δύο συναισθήματα που συναντά συχνά κανείς στην σημερινή κοινωνία, ανεξαρτήτως ηλικίας.
Ποια είναι τα μεγαλύτερα εμπόδια που ο Σαντ αντιμετωπίζει ως μετανάστης στη Γερμανία, και πώς αυτά τα εμπόδια διαμορφώνουν τον χαρακτήρα του;
Τα εμπόδια για έναν άνθρωπο που ζει παράνομα σε μια χώρα είναι πολλά. Αυτά που για μας είναι αυτονόητα, για έναν άνθρωπο που νιώθει ότι δεν είναι αποδεκτός είναι οι πιο μεγάλοι εφιάλτες. Ο Σαντ χρειάζεται να αντισταθεί στον μεγάλο του φόβο ώστε να καταφέρει να βγει έξω για να εργαστεί, να κάνει μια βόλτα με το αγαπημένο του μετρό, να καθίσει στο παγκάκι σε ένα πάρκο και να πιάσει την κουβέντα που τόσο του αρέσει. Η απειλή, η επίθεση και η ταπείνωση τον περιμένουν στην γωνία. Το σπουδαίο όμως σε αυτόν τον ήρωα είναι ότι όλα αυτά που βιώνει, σίγουρα τον επηρεάζουν, αλλά δεν τον αλλοτριώνουν. Δεν στέκονται ικανά δηλαδή για να παραλύσει και να βυθιστεί. Είναι 30 χρονών και συνεχίζει να παλεύει για την ζωή του.
Ερωτήσεις για τη Μοναξιά και την Αναζήτηση Ταυτότητας
Ο Σαντ μιλάει για μια καρέκλα σαν να είναι η «πατρίδα» του. Πώς αντιλαμβάνεστε αυτό το σύμβολο της καρέκλας στο έργο;
Ο Σαντ νιώθε την ανάγκη να συνδεθεί. Κι αφού δεν έχει κάποιον, βρίσκει διέξοδο στα αντικείμενα. Όταν κάθεται στην καρέκλα του νιώθει την θαλπωρή της μητέρας του, της πατρίδας του και των αγαπημένων του προσώπων. Νιώθει ασφαλής εκεί. Την αγαπάει την καρέκλα του, παρόλο που δεν είναι δική του. «Αλλά μπορεί κανείς να αγαπάει και κάτι που δεν του ανήκει». Αυτή η φράση του είναι πολύ σπουδαία για μένα. Ο ορισμός της αγάπης. Συχνά οι άνθρωποι νιώθουν ότι τους ανήκει το άτομο που αγαπούν κι αυτό έχει ως αποτέλεσμα συχνά να γίνονται φοβερά εγκλήματα.
Πιστεύετε ότι υπάρχει κάποιο στοιχείο λύτρωσης ή ελπίδας μέσα από την ιστορία του Σαντ; Αν ναι, πού εντοπίζεται αυτό το στοιχείο;
Ναι, έτσι πιστεύω κι αν δεν υπήρχε θα χρειαζόταν να το επινοήσουμε με την Κατερίνα Πολυχρονοπούλου που έκανε την σκηνοθεσία. Δε θα με ενδιέφερε να ασχοληθώ με έναν σκοτεινό χαρακτήρα που δεν έχει να προτείνει κάτι σε μένα και στο κοινό. Ο Σαντ, εκτός του ότι είναι ολόφωτος, δίνει λύση στο τέλος του έργου και η λύτρωση έρχεται τόσο σε μένα που τον επωμίζομαι, όσο και στο κοινό που τον γνωρίζει.
Πώς προετοιμαστήκατε για έναν τόσο απαιτητικό ρόλο; Υπήρχαν συγκεκριμένες πηγές έμπνευσης ή προσωπικές εμπειρίες που σας βοήθησαν;
Χρειάστηκε να μελετήσω αρκετά την κουλτούρα και την πολίτικη κατάσταση του Ιράκ για να μπορέσω να συνδεθώ με τις ανάγκες του χαρακτήρα. Επίσης η παρατήρηση στον δρόμο είναι βασική διαδικασία για έναν ηθοποιό. Με βοήθησε και ο πατέρας μου που είναι Αιγύπτιος, ώστε να καταλάβω καλύτερα αυτούς τους περήφανους λαούς της ανατολής.
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίσατε υποδυόμενος τον Σαντ και πώς την ξεπεράσατε;
Η ιδέα του μονολόγου είναι από μόνη της μια πρόκληση για έναν ηθοποιό. Ομολογώ πως μπήκα στην ιστορία του Σαντ με άγνοια κινδύνου και αυτό με βοήθησε. Αν είχα αναλογιστεί τις υποκριτικές απαιτήσεις που έχει αυτός ο ρόλος και την δυσκολία του, ίσως να μην τον είχα τολμήσει. Κάπου στα μέσα των προβών το κατάλαβα κι ευτυχώς δεν φοβήθηκα τόσο ώστε να κάνω πίσω. Και χαίρομαι για αυτό γιατί η συνάντησή μου με τον Σαντ μού έμαθε πολλά. Και σε ανθρώπινο επίπεδο αλλά και σε υποκριτικό.Πώς αντιδρούν οι θεατές στην ιστορία του Σαντ; Υπήρξε κάποια στιγμή ή αντίδραση που σας συγκίνησε ιδιαίτερα;
Η αγάπη που λαμβάνω από τον κόσμο κάθε ηλικίας είναι η πιο μεγάλη ανταμοιβή. Έχω παίξει σε μαθητές Λυκείου που στο τέλος ήταν πολύ συγκινημένοι από την παράσταση. Θεωρώ πολύ σπουδαίο να καταφέρνει κανείς να αγγίξει τις ψυχές των νέων αυτών των ηλικιών , τη στιγμή που κατακλύζονται από εικόνες και η τεχνολογία τους έχει απομακρύνει κάπως από το συναίσθημά τους.
Επίσης συχνά, μετά το τέλος της παράστασης, το κοινό με αναζητά στο καμαρίνι για να με πάρει μια σφιχτή αγκαλιά. Τον Σαντ θέλουν να αγκαλιάσουν στην πραγματικότητα και αυτό μας δείχνει με την Κατερίνα Πολyχρονοπούλου ότι πετύχαμε τον στόχο μας. Να αγαπηθεί δηλαδή αυτός ο χαρακτήρας.
Αν μπορούσατε να συνοψίσετε το κύριο μήνυμα της «Βρωμιάς» σε μία φράση, ποια θα ήταν αυτή;
Η αγάπη μπορεί να νικήσει τα πάντα.
Η παράσταση Βρωμιά του Robert Schneider, σε σκηνοθεσία της Κατερίνας Πολυχρονοπούλου, έρχεται την Παρασκευή 1/11 και το Σάββατο 2/11 στις 21:00 στο Μαλλιαροπούλειο Δημοτικό Θέατρο Τρίπολης, με τον Κωνσταντίνο Φάμη στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Σαντ, ενός νεαρού μετανάστη στη Γερμανία που αναζητά την ταυτότητά του και μια αίσθηση αποδοχής σε μια εχθρική κοινωνία.
Το έργο αποτυπώνει την απομόνωση και τους διαρκείς αγώνες που βιώνει ο Σαντ, καθώς αντιμετωπίζει τον φόβο, την απόρριψη και τον ρατσισμό. Μέσα από την αγωνιώδη αφήγηση, ο ήρωας προσπαθεί να συνδεθεί με ένα φανταστικό κοινό, μιλώντας για τις αναμνήσεις, τις ελπίδες και τους εφιάλτες του. Το βαθύ του όραμα για έναν κόσμο όπου θα γίνει δεκτός παραμένει αναλλοίωτο, προσφέροντας στον θεατή μια συγκλονιστική απεικόνιση του ανθρώπινου πνεύματος.
Η παράσταση εξερευνά θέματα μοναξιάς, ταυτότητας και ελπίδας και αναμένεται να προσφέρει μια καθηλωτική εμπειρία, με το κοινό να απολαμβάνει τον ιδιαίτερο αυτόν μονόλογο και τον συναισθηματικό αντίκτυπο που φέρνει η ερμηνεία του Φάμη.
Παραστάσεις: Παρασκευή 1/11 και Σάββατο 2/11 στις 21:00
Τιμές εισιτηρίων: Γενική Είσοδος 12€, Μειωμένο 9€
Διάρκεια: 70 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)
Κρατήσεις και προπώληση εισιτηρίων είναι διαθέσιμες μέσω του More.com και στο βιβλιοπωλείο «Χαρτί και Μελάνι» (τηλ. 2710234841).