Το «απολείπειν ο Θεός Αντώνιον» του Καβάφη και οι ηττηθέντες «θυμωμένοι» | Γράφει ο Νίκος Δελφάκης
Τρίπολη 29/05/2019
Νίκος Δελφάκης
Τα έχει πει ο μεγάλος Αλεξανδρινός για το πώς θα πρέπει να αντιμετωπίζει κανείς τις κρίσιμες στιγμές της ήττας ή και του τέλους ακόμα. Δεν υπάρχει λόγος να θρηνήσει μιας και κάτι τέτοιο είναι μάταιο (πολύ περισσότερο δεν πρέπει να τα βάλει με τον κόσμο που δήθεν δεν κατανόησε την μεγαλοσύνη του). Προτρέπει να αποφύγει κανείς ένα ανώφελο συναισθηματικό ξέσπασμα και να διατηρήσει την αξιοπρέπειά του. Δεν θα πρέπει να αρνείται την πραγματικότητα, όσο δύσκολη κι αν είναι. ΄Οπως ο Αντώνιος αντιλαμβάνεται ότι πλησιάζει το τέλος ακούγοντας τη συντροφιά του Θεού να εγκαταλείπει την πόλη, έτσι και για τους περισσότερους ανθρώπους υπάρχουν πάντοτε ενδείξεις ότι τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά κι ότι κάτι κακό πρόκειται να συμβεί. Αυτές τις ενδείξεις δε θα πρέπει να τις αγνοεί, προσπαθώντας να πείσει τον εαυτό του ότι όλα είναι εντάξει. Θα πρέπει να είναι έτοιμος να αναγνωρίσει και να αποδεχτεί τα σημάδια που τον προειδοποιούν ότι πλησιάζει η στιγμή της απώλειας.
΄Ομως, όμως!!!!!!! υπάρχει μια βασική προϋπόθεση για όλα τούτα. Για να έχεις μια τέτοια στάση πρέπει να έχεις πετύχει σημαντικά πράγματα στη ζωή σου (όπως ο Αντώνιος). Και πρέπει ακόμα να έχεις μια προσωπικότητα με βαθιά καλλιέργεια.
Συγκρίνετε, παρακαλώ, τα παραπάνω με τα «θυμωμένα» και σκυθρωπά πρόσωπα των ημερών στις τηλεοράσεις, που τους φταίνε όλοι οι άλλοι και μόνο οι άλλοι. Και απαντήστε μόνοι σας κατά πόσο ταιριάζουν με τα όσα διδακτικά του ποιήματος.
«Σάν ἔξαφνα, ὥρα μεσάνυχτ’, ἀκουσθεί
ἀόρατος θίασος νά περνᾶ
μέ μουσικές ἐξαίσιες, μέ φωνές –
τήν τύχη σου πού ἐνδίδει πιά, τά ἔργα σου
πού ἀπέτυχαν, τά σχέδια τῆς ζωῆς σου
πού βγῆκαν ὅλα πλάνες, μή ἀνωφέλετα θρηνήσεις.
Σάν ἕτοιμος ἀπό καιρό, σά θαρραλέος,
ἀποχαιρέτα την, τήν Ἀλεξάνδρεια πού φεύγει.
Προ πάντων νά μή γελασθεῖς, μήν πεῖς πως ἦταν
ἕνα ὄνειρο, πώς ἀπατήθηκεν ἡ ἀκοή σου∙
μάταιες ἐλπίδες τέτοιες μήν καταδεχθεῖς.
Σάν ἕτοιμος ἀπό καιρό, σά θαρραλέος,
σάν που ταιριάζει σε πού ἀξιώθηκες μιά τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά πρός τό παράθυρο,
κι ἄκουσε μέ συγκίνησιν, ἀλλ’ ὄχι
με τῶν δειλῶν τά παρακάλια και παράπονα,
ὡς τελευταία ἀπόλαυσι τούς ἤχους,
τά ἐξαίσια ὄργανα τοῦ μυστικοῦ θιάσου,
κι ἀποχαιρέτα την, τήν Ἀλεξάνδρεια πού χάνεις».
1 σχόλιο
-
Μιλάει η πείρα!