Θυμάστε τους δίσκους βινυλίου;
Τοποθετούσαμε τον δίσκο στο πικάπ, ακουμπάγαμε προσεκτικά την βελόνα και περιμέναμε να ακούσουμε την μελωδία του αγαπημένου μας συγκροτήματος ή τραγουδιστή. Οι δίσκοι βινυλίου ήταν το σήμα κατατεθέν των πάρτι εκείνης της εποχής με τους δίσκους των Beatles να κρατούν τα πρωτεία. Κρίμα που τα παιδιά μας δεν έχουν την ευκαιρία να το ζήσουν. Σήμερα, υπάρχουν αρκετοί συλλέκτες δίσκων βινυλίου που κρατούν στα χέρια τους κομμάτια ανεκτίμητης κυρίως συναισθηματικής αξίας. Ποια μπορεί να είναι η μεγαλύτερη συλλογή δίσκων βινυλίου στον κόσμο άραγε;
Πάντως, όλα ξεκίνησαν στα τέλη της δεκαετίας του '40. Τότε που η επίσημη έκδοση του πρώτου δίσκου βινυλίου έγινε από την CBS/Columbia. Αν και φήμες λένε ότι το 1931, η RCA ήταν η πρώτη που έφτιαξε το 12ιντσο βινύλιο 33 στροφών. H πρώτη κυκλοφορία στο φορμάτ που θα καθόριζε αργότερα τον "χιπ" μουσικό κόσμο των βινυλιομανών ήταν η, αυστηρή μεν αλλά αδιαμφισβήτητα αριστουργηματική δε, «Πέμπτη Συμφωνία του Μπετόβεν». Η ιστορία του βινυλίου όπως και της μόδας έχει κάνει πολλούς κύκλους μέχρι σήμερα. Για πάρα πολλά χρόνια ήταν το κύριο μέσο καταγραφής και αναπαραγωγής της μουσικής. Πάνω του καταγράφηκαν πακτωλοί συγχορδιών, απόκοσμων ήχων, βελούδινων φωνών, ροκ κραυγών, κακόγουστης κακοφωνίας, επικών guitar riffs, ηχητικών αριστουργημάτων αλλά και «σκουπιδιών».
Στις 21 Ιουνίου 1948 η Columbia Records ακουμπά την βελόνα στον πρώτο δίσκο βινυλίου για γραμμόφωνο, σηματοδοτώντας μια επανάσταση στο χώρο της μουσικής βιομηχανίας. Το βινύλιο κυριάρχησε για δεκαετίες στις δισκοθήκες των απανταχού μουσικόφιλων ενώ εξακολουθεί να κατέχει περίοπτη θέση ακόμα και σήμερα στις μουσικές βιβλιοθήκες, παρά τον εκτοπισμό του στο εμπόριο από τα άλλα μέσα που ακολούθησαν.
Να παίζουν τα γραμμόφωνα ...
Κι όμως έχουν περάσει πάνω από 100 χρόνια! Πάνω από ένας αιώνας μουσικής δισκογραφίας! Οι πρώτες συσκευές καταγραφής ήχου πρωτοπαρουσιάστηκαν στα μέσα του 19ου αιώνα, με το Γάλλο Leon Scott (Λεόν Σκοτ) να δημιουργεί μια τέτοια συσκευή. Είκοσι χρόνια μετά ο Thomas Edison (Τόμας Έντισον) θα παρουσιάσει το «φωνογράφο», μία συσκευή καταγραφής και αναπαραγωγής ήχου, μέσω σφαιρικών κυλίνδρων. Δέκα χρόνια αργότερα, ο Έντισον θα εξελίξει το φωνογράφο του, τον οποίο και θα διαθέτει πλέον για εμπορική εκμετάλλευση μέσω της νεοσύστατης εταιρίας του Edison Phonographs. Την ίδια εποχή ο ανταγωνιστής Graham Bell, ήταν ο εμπνευστής του «γραμμόφωνου», μίας βελτιωμένης έκδοσης του φωνογράφου του Έντισον και που αργότερα θα αποτελέσει τη βάση της Columbia. Πάνω στο γραμμόφωνο του Bell, ο Edison θα εξελίξει το φωνογράφο του. Η ιστορία των μουσικών ηχογραφήσεων είχε μόλις αρχίσει ...
Η βιομηχανία κατασκευής και διάθεσης του φωνογράφου και του γραμμόφωνου άργησε να αγγίξει το φιλόμουσο κοινό. Η πτώχευσή της συγκρατήθηκε από την κατασκευή των πρώτων συσκευών αναπαραγωγής μουσικής με κερματοδέκτη. Δεν ήταν παρά οι πρόδρομοι των juke box! Το όραμα μιας συσκευής αναπαραγωγής ήχου χαμηλού κόστους και ευρείας κατανάλωσης έγινε πράξη από το Γερμανό Emil Berliner (Εμίλ Μπερλίνερ), μετανάστη στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Berliner με τη βοήθεια ενός Αμερικανού μηχανικού, κατασκεύασε το πρώτο «γραμμόφωνο». Οι δυο μαζί ίδρυσαν την εταιρία Victor το μεγαλύτερο κατασκευαστή γραμμοφώνων και δίσκων στις αρχές του 20ου αιώνα.
Παράλληλα, ο Berliner ιδρύει παράρτημα δίσκων της εταιρίας του στο Λονδίνο, το οποίο και γίνεται γνωστό από την ετικέτα των δίσκων του: His Master's Voice και από το Niper το σκυλάκι. Ο δίσκος σταδιακά αντικαθιστά τον κύλινδρο. Ο Berliner με μία πρωτοποριακή μέθοδο έδωσε τη δυνατότητα κατασκευής χιλιάδων αντιτύπων δίσκων από την ίδια πρωτότυπη μήτρα. Ακόμη και ο Edison υποχρεώνεται να στραφεί ταυτόχρονα και στην κατασκευή των δικών του δίσκων. Οι τρεις εταιρίες Victor, Columbia και Edison πουλούν εκατομμύρια δίσκους παγκοσμίως. Πολύ σύντομα η μουσική βιομηχανία θα γίνει μία από τις πιο σημαντικές βιομηχανίες στον κόσμο.
Το 1906 το γραμμόφωνο Victrola της εταιρίας Victor θα κάνει την εμφάνισή του. Λίγα χρόνια μετά η εταιρία Decca θα παρουσιάσει το πρώτο φορητό γραμμόφωνο και αργότερα τα πρώτα ηλεκτρικά φορητά γραμμόφωνα θα βγουν στην αγορά. Σκοπός του γραμμοφώνου ήταν να αποτελέσει μία φορητή συσκευή ψυχαγωγίας, ικανή να αναπαράγει τον ήχο, τη μουσική. Το χαρακτηριστικό χωνί των πρώτων μοντέλων ενίσχυε τον ήχο, αλλά και την καλλιτεχνική του ταυτότητα.
Από τα δισκάκια γραμμοφώνου στο βινύλιο
Οι πρώτοι δίσκοι γραμμοφώνου κατασκευάστηκαν στις αρχές του 20ου αιώνα, από ανθεκτικό σκληρό λάστιχο με διάμετρο περίπου 25 εκατοστά, ηχογραφημένοι μόνο από τη μία τους πλευρά. Η χάρτινη θήκη τους, συχνά είχε οπή για να φαίνονται οι καλλιτεχνικές πληροφορίες του δίσκου, ενώ στη ράχη αναγραφόταν ο τίτλος του δίσκου ή το όνομα του δημιουργού και ο αριθμός καταλόγου. Εκείνη την περίοδο ηχογραφήθηκαν στη Νέα Υόρκη και τα πρώτα ελληνικά τραγούδια.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1940, γεννιέται το βινύλιο! Το 1948, το βινύλιο θα καθιερωθεί ως το κύριο μέσο κατασκευής των μουσικών δίσκων. Στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια η εταιρία Decca θα φτιάξει δίσκους 78 στροφών από βινύλιο. Οι ανταγωνιστές της δε θα ακολουθήσουν το παράδειγμά της. Θα φτιάξουν τους πρώτους δίσκους 45 στροφών από βινύλιο την ίδια περίοδο. Γεγονός το οποίο θα σημάνει σταδιακά την κατάργηση των δίσκων γραμμοφώνου, με τις πωλήσεις να μειώνονται τη δεκαετία του 1950 και τα τελευταία 78άρια να εκδίδονται στις αρχές της δεκαετίας του 1960.
Την ίδια περίοδο ο δίσκος 33 στροφών εμφανίστηκε στην αγορά για λογαριασμό της εταιρίας CBS. Στα χρόνια που ακολούθησαν και με τις τεχνολογίες που τα συνόδευσαν αρκετά μουσικά κομμάτια των 78 στροφών επανακυκλοφόρησαν σε σχετικές συλλογές. Μία νέα, high fidelity εποχή θα ξεκινήσει για τους λάτρεις της μουσικής και η μουσική βιομηχανία θα γυρίσει μία ακόμη σελίδα.
Οι δίσκοι βινυλίου 45 και 33 στροφών, έφεραν μία πραγματική επανάσταση στη μουσική βιομηχανία, ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1950. Μια πραγματική έκρηξη της εμπορικής εκμετάλλευσης του βινυλίου ώθησε σε εκατομμύρια πωλήσεις δίσκων βινυλίου για όλα τα χρόνια που ακολούθησαν, μέχρι τη σταδιακή περιθωριοποίησή τους με την έλευση της ψηφιακής εποχής στον ήχο. Όμως, στην πράξη η παραγωγή δίσκων βινύλιο δε σταμάτησε ποτέ.
Ξετυλίγοντας ... τραγούδια
Η μαγνητοταινία ήταν μία επινόηση του Δανού μηχανικού Πούλσεν που έγινε πράξη στα τέλη του 19ου αιώνα. Γρήγορα επικράτησε σαν μέθοδος καταγραφής ήχου και εικόνας, κυρίως στα κινηματογραφικά στούντιο και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950 είχε υιοθετηθεί πλήρως στους χώρους αυτούς.
Η κασέτα παρουσιάστηκε στην παγκόσμια αγορά σχεδόν ταυτόχρονα με τους δίσκους 33 στροφών, στα τέλη της δεκαετίας του 1940. Η ευρεία εμπορική της χρήση θα καθιερωθεί περίπου 20 χρόνια αργότερα στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Ιδιαίτερα προς τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και μετά, με τη διάθεση των φορητών μαγνητοφώνων, οι κασέτες γνώρισαν μεγάλη άνθιση και οι εταιρίες εφάρμοσαν την παράλληλη κυκλοφορία των τίτλων τους σε κασέτες και δίσκους 33 στροφών. Τα μονοφωνικά φορητά κασετόφωνα, που μπορούσαν να λειτουργήσουν και με μπαταρίες, και αργότερα τα μικρά στέρεο κασετόφωνα (walkman) έγιναν το πιο δημοφιλές μέσο ακρόασης μουσικής για τη νεολαία, υποχρεώνοντας τις εταιρίες να μπουν στο πνεύμα της εποχής και να εκδώσουν.
Εποχή άφησαν όμως και οι κασέτες ... χωρίς ήχο! Οι 60λεπτες και 90λεπτες άγραφες κασέτες αποτέλεσαν πόλο έλξης για τους απανταχού μουσικόφιλους. Συνδυάστηκαν αρμονικά με τα βινύλια και το ραδιόφωνο, φιλοξενώντας αυτοσχέδιες προσωπικές συλλογές από διαφορετικά βινύλια και ραδιοφωνικές ηχογραφήσεις. Ιδιαίτερα στη χώρα μας, που η άνθισή τους συνδυάστηκε με τα πρώτα χρόνια της ελεύθερης ιδιωτικής ραδιοφωνίας. Με την έλευση της ψηφιακής εποχής, κασέτα και βινύλιο θα πάρουν σιγά σιγά το δρόμο προς την ιστορία.
CD (Compact Disc)
Η ψηφιακή εποχή θα κάνει την εμφάνισή της στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Το πρώτο μικρό δισκάκι διαμέτρου 12 εκατοστών που βγάζει ψηφιακό ήχο, μαζί με το πρώτο player θα πρωτοπαρουσιαστεί από τις εταιρίες Sony και Philips το 1982, μετά από ένα χρονικό διάστημα συνεργασίας έρευνας και προσπάθειας. Το cd (compact disc) δεν ήταν παρά η εμπορική αποτύπωση της τεχνολογίας laser στη μουσική, με την οποία στάθηκε πια δυνατό να ακούμε το ηχογραφημένο περιεχόμενο, χωρίς την «επαφή» του player με το δίσκο.
Στα πρώτα cds ήχου που θα εκδοθούν συγκαταλέγονται το cd των Abba The visitors και η «Συμφωνία των Άλπεων» του Ρίχαρντ Στράους που ηχογραφήθηκε για λογαριασμό της Deutsche Grammophon, κοντά στα μέρη που ο Berliner ηχογράφησε τους πρώτους δίσκους γραμμοφώνου σχεδόν έναν αιώνα νωρίτερα! Γενικά, οι πρώτες ηχογραφήσεις σε cd αφορούσαν κυρίως κλασική μουσική, μιας και οι θαυμαστές της φέρονταν περισσότερο διατεθιμένοι να καταβάλουν το υψηλό αντίτιμο σε cds και cd-players.
Μικρό μέγεθος, μεγάλη χωρητικότητα, ανθεκτικό υλικό, καλή ποιότητα ήχου, εύκολη πλοήγηση στο μουσικό περιεχόμενο ήταν μερικά από τα χαρακτηριστικά που γρήγορα καθιέρωσαν το cd ως το κύριο μέσο εγγραφής και αναπαραγωγής ήχου και μουσικής στη δεκαετία του 1980, παγκοσμίως. Αν και στην αρχή οι δισκογραφικές εταιρίες εμφανίστηκαν διστακτικές απέναντι στη νέα τεχνολογία, γρήγορα υποχρεώθηκαν να την αποδεχθούν και τελικά να εκδώσουν και να επανεκδώσουν στα επόμενα χρόνια ανυπολόγιστο αριθμό τίτλων σε cd. Ήδη στα τέλη της δεκαετίας του 1980, παγκοσμίως οι πωλήσεις cd θα ξεπεράσουν αυτές του βινυλίου.
Στην Ελλάδα, τη δεκαετία του 1990, οι δισκογραφικές εταιρίες επανέκδωσαν μαζικά έναν πολύ μεγάλο αριθμό δίσκων βινυλίου σε cd, ξεκινώντας από τα κλασικά έργα των Ελλήνων δημιουργών. Μέχρι και σήμερα, το cd εξακολουθεί να είναι το κύριο μέσο παραγωγής και διάθεσης μουσικής στη χώρα μας, αλλά και παγκοσμίως. Στα 25 και πλέον χρόνια ζωής του, πάνω από 200 δισεκατομμύρια τίτλοι μουσικής σε cd έχουν πουληθεί παγκοσμίως.
Περίπου 10 χρόνια μετά την εμφάνισή του, το cd θα "μικρύνει" σε μέγεθος, όταν η εταιρία Sony στις αρχές του 1991 θα παρουσιάσει το Mini Disc (MD). Το Mini Disc ποτέ δε γνώρισε την απήχηση του cd στην αγορά, ή τουλάχιστον αυτή που ανέμεναν οι εμπνευστές του. Χρησιμοποιήθηκε κυρίως σα μέσο εγγραφής παρά αναπαραγωγής, λόγω και της ευκολίας που έχει ως προς την αναζήτηση ή και την επί τόπου επεξεργασία των περιεχομένων του.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, μία νέα και ιδιαίτερα δημοφιλής μέχρι τις μέρες μας ψηφιακή κωδικοποίηση του ήχου έκανε την εμφάνισή της. Δεν είναι άλλη από τα πασίγνωστα αρχεία mp3 που αποτελούν πιστό μας σύντροφο σχεδόν δύο δεκαετίες! Η ανακάλυψη ανήκει σε γερμανούς μηχανικούς του ιδρύματος Fraunhofer και αποτελεί μία συμπιεσμένη μορφή αρχείου ήχου, στην οποία έχουν αφαιρεθεί συχνότητες που δεν ακούει το ανθρώπινο αυτί και που δίνει αρχείο με πολύ μικρότερο μέγεθος, αλλά με ένα αρκετά ικανοποιητικό μουσικό αποτέλεσμα, ποιότητας λίγο υποδεέστερης από αυτής του compact disc. Από το ίδιο ινστιτούτο κατασκευάστηκε και το πρώτο mp3 player, με σκοπό ακριβώς αυτό: να παίζει mp3 αρχεία μουσικής.
Τα mp3 έκαναν κι αυτά τη δική τους επανάσταση, ιδιαίτερα από τα πρώτα χρόνια της ανέλιξης της δημοφιλίας του internet και έχουν περίοπτη θέση στη μουσική βιομηχανία στις μέρες μας. Σήμερα, οι περισσότερες εταιρίες έχουν επιλέξει να διακινούν τη μουσική και τα έργα των καλλιτεχνών τους μέσω διαδικτύου σε μορφή mp3, κομμάτι κομμάτι, αν όχι αποκλειστικά, σίγουρα παράλληλα και με τους άλλους τρόπους διάθεσης. Για τους απλούς χρήστες, ιδιαίτερα της νεότερης γενιάς, τα αρχεία mp3 παραμένουν καθημερινός σύντροφος μουσικής απόλαυσης. Μικρά σε μέγεθος, χωρούν κατά δεκάδες σε δισκάκια cds, ανταλλάσσονται εύκολα ακόμα και με e-mail, τα έχει μαζί του κανείς πάντα στο φορητό του mp3 player. Αν κάποιος ζωγράφιζε την εποχή μας, σίγουρα δε θα έλειπε από τον πίνακά του, ο νεαρός με το iPod στο χέρι και τα ακουστικά στα αυτιά ...
Blu-ray Disc (BD)
Και φθάσαμε πια στο blu-ray (BD), την επόμενη γενιά οπτικού δίσκου, που κατά τα φαινόμενα θα αντικαταστήσει γρήγορα το DVD τουλάχιστον στο πεδίο εικόνας - ήχου. To Blu-ray παρουσιάστηκε από την εταιρία Sony, ενώ ο άτυπος ανταγωνισμός του με το αντίστοιχο προιόν διαφορετικών προδιαγραφών HD-DVD της Toshiba έληξε οριστικά με την απόσυρση του δεύτερου στους πρώτους μήνες του χρόνου. Μας υπόσχεται εξαιρετική ποιότητα και πιστότητα στον ήχο και πολύ υψηλή ευκρίνεια στην εικόνα. Ήδη ένας σημαντικός αριθμός συναυλιών ξένων καλλιτεχνών (Bruce Springsteen, Celine Dion) κυκλοφορούν στο εξωτερικό από τη Sony-BMG σε blu-ray discs.
Χαρακτηριστικό των δίσκων blu-ray, εκτός από την εξαιρετική ποιότητα και τη μεγάλη χωρητικότητα (25Gb στα single layer - 50Gb στα double layer) είναι η δυνατότητα φιλοξενίας πολλών extra που αφορούν το κύριο περιεχόμενό του όπως video, φωτογραφικό υλικό ή άλλα ντοκουμέντα καθώς και η διαδραστικότητα με το χρήστη. Το ποιος θα είναι τελικά ο ρόλος του στη μουσική βιομηχανία και αν θα συνδυαστεί με καινοτόμες παραγωγές και φρέσκιες ιδέες, μένει να το δούμε. Αν και ακόμη είναι νωρίς, ένα κομμάτι του μέλλοντος σίγουρα του ανήκει
Τι είναι ο δίσκος βινυλίου 180 γραμμαρίων;
Όπως λέει και η ερώτηση είναι το βάρος του δίσκου σε γραμμάρια / 180grams!
Ένας κανονικός δίσκος βινυλίου συνήθως ζυγίζει από 120 έως 160 γραμμάρια.
Όταν ο δίσκος ζυγίζει από 180 γραμμάρια και άνω, τότε θεωρείται η ποιότητα του AUDIOPHILE.
Ο δίσκος βινυλίου 180 γραμμαρίων είναι παχύτερος και βαρύτερος με αποτέλεσμα, να είναι λιγότερο επιρρεπείς σε στρεβλώσεις, από την πάροδο του χρόνου ή την κακή αποθήκευση του.
Ο δίσκος βινυλίου 180 γραμμαρίων, συνήθως (ΟΧΙ ΠΑΝΤΑ) υπερτερεί σε ηχητικά οφέλη, όπως η καλύτερη στερεοφωνική εικόνα, ο λιγότερος θόρυβος, κλπ.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας εκτός από το βάρος κατασκευής του είναι και το υλικό της κατασκευής του!
Συνήθως τα βινύλια 180 γραμμαρίων είναι κατασκευασμένα από παρθένο βινύλιο και όχι από ανακυκλωμένο, που μπορεί να περιέχει προσμίξεις και κατά συνέπεια οδηγώντας σε πιο θορυβώδεις δίσκους!
*** Και μην ξεχνάτε ότι υπάρχουν βινύλια με λιγότερο από 120 γραμμάρια βάρος, που όταν τα ακροάζεσαι έχουν απίστευτη ποιότητα. και αυτό γιατί πάνω απ' όλα, τον κύριο λόγο τον έχει η εγγραφή και μετά όλα τα υπόλοιπα!!!....
Τα συμπεράσματα δικά σας. και Καλές ακροάσεις!!!.
Μετατροπή από βινύλιο και κασέτα σε ψηφιακή μορφή.
Πόσο εύκολα και γρήγορα μπορείτε να μετατρέψετε τα βινύλια και τις κασέτες σας σε Mp3; Οι απαντήσεις ακολουθούν.
Πολλοί από εσάς έχετε μια συλλογή από βινύλια είτε επειδή είχατε το πάθος και το μικρόβιο από μικροί και τρέχατε στα διάφορα δισκοπωλεία για να εμπλουτίσετε τη συλλογή σας είτε επειδή τη βρήκατε έτοιμη από τους προγενεστέρους. Το βινύλιο και η κασέτα έγιναν μέσα σε 2 δεκαετίες με πολύ γοργό ρυθμό, σχεδόν βίαια, παρελθόν. Τα σημερινά παιδιά δεν γνωρίζουν καν τις λέξεις βινύλιο, βελόνα και πλατό, ενώ στα μάτια τους η όψη ενός πικάπ φαντάζει σαν κάτι απαρχαιωμένο. Η μουσική πέρασε μέσα σε 60 χρόνια από το βινύλιο στην κασέτα, από την κασέτα στο CD, έγινε «φορητή» και τελικά συμπιέστηκε όσο δεν φανταζόμασταν ποτέ και έγινε Mp3. Το βινύλιο δημιούργησε μια ολόκληρη κουλτούρα γύρω από τη μουσική, ο ήχος της βελόνας πάνω στο γρατζουνισμένο δίσκο έκανε εκατομμύρια ανθρώπους να χορέψουν σε ξέφρενους ρυθμούς και έτσι ο ελάχιστος φόρος τιμής που μπορούμε να τους αποδώσουμε είναι να μετατρέψουμε τουλάχιστον με αξιοπρέπεια τους δίσκους μας σε Mp3. Στη συνέχεια θα σας υποδείξουμε τρεις τρόπους μετατροπής, με την χρήση του ηλεκτρονικού σας υπολογιστή και τη βοήθεια λογισμικού, με πικαπ, που μετατρέπει το βινύλιο μέσω σύνδεσης USB αυτόματα σε Mp3 και με τη χρήση συσκευών, που δουλεύουν αυτόνομα χωρίς υπολογιστή.
Με τη χρήση λογισμικού για ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Στην περίπτωση που επιλέξετε να συνδέσετε το πικάπ σας στον υπολογιστή πρέπει να γνωρίζετε ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει απευθείας. Ο ήχος του πικάπ έχει δυο ιδιαιτερότητες, είναι αναλογικός και δεν είναι ενισχυμένος. Έτσι υπάρχουν δυο τύποι συνδεσμολογίας, είτε να χρησιμοποιήσετε ένα μείκτη με είσοδο phono και μετά να συνδεθείτε με την είσοδο εγγραφής της κάρτας ήχου με δυνατότητα ενίσχυσης του σήματος από το πικάπ. Στη συνέχεια θα περάσετε από τρία στάδια ωσότου φτάσετε στο Mp3. στο πρώτο θα ηχογραφήσετε το track από το βινύλιο σας και θα το υποθηκεύσετε ασυμπίεστο σε wav. Στο δεύτερο αν κρίνετε αναγκαίο θα κάνετε αποθορυβοποίηση εάν το αποτέλεσμα έχει πολλούς θορύβους και στο τρίτο και τελευταίο θα κάνετε την συμπίεση, μετατρέποντας το wav σε Mp3. Παρακάτω σας προτείνουμε δυο προγράμματα που μπορείτε να χρησιμοποιήσετε για τη διαδικασία εγγραφής και μετατροπής.
Audacity
Το audacity είναι μια δωρεάν πλατφόρμα εγγραφής, επεξεργασίας και μετατροπής ήχου με απεριόριστες δυνατότητες. Μπορεί να κάνει ηχογράφηση μέχρι 16 καναλιών ταυτόχρονα στα 32-bit και στα 96 KHz. Σας επιτρέπει να απομακρύνεται το σφύριγμα, το βούισμα η άλλους επίμονους θορύβους που υπάρχουν στο βάθος του τραγουδιού. Αφού, λοιπόν, συνδέσετε το πικάπ η το κασετόφωνο σας και κάνετε την εγγραφή σε wav το μόνο που απομένει είναι να επεξεργαστείτε, όπου χρειάζεται, χρησιμοποιώντας τα εφέ του προγράμματος και στη συνέχεια να κάνετε εξαγωγή σε Mp3.
Alpine soft vinyl.
Το Vinyl studio είναι πιθανώς το καλύτερο πρόγραμμα που μπορείτε να χρησιμοποιήσετε προκειμένου να κρατήσετε την ποιότητα του βινύλιου αναλλοίωτη. Το κόστος των 25 ευρώ για την απόκτηση του είναι μηδαμινό εν συγκρίσει με τις δυνατότητες του. Είναι πάρα πολύ απλό στη χρήση του, ενώ το περιβάλλον εργασίας χωρίζεται σε 5 καρτέλες ανάλογα με τη χρήση που θέλετε να κάνετε. Ξεκινώντας θα σας εκπλήξει η δυνατότητα εκκίνησης εγγραφής με το κατέβασμα της βελόνας πάνω στο δίσκο σας η την έναρξη σήματος στην περίπτωση της κασέτας. Διαθέτει αρκετές λειτουργίες όσον αφορά το καθάρισμα του ήχου και την μετατροπή σε Mp3.
Πικάπ για PC.
Sony PS-LX300 USB
Το συγκεκριμένο πικάπ της SONY είναι πραγματικά ένα διαμάντι στην κατηγορία του. Συνδέεται με τον υπολογιστή σας μέσω θύρας USB και μετατρέπει το αναλογικό σήμα των βινύλιων σας σε πραγματικό χρόνο σε Mp3. Έχει δυνατότητα αναπαραγωγής δίσκων 33 στροφών, καθώς και δίσκων 45 στροφών, ενώ όλες οι λειτουργίες μετατροπής είναι αυτοματοποιημένες. Η τιμή του είναι μόλις 120 ευρώ και τα αξίζει όλα.
Χωρίς ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Lenco TT-30USB Turntable.
Μια πραγματικά ενδιαφέρουσα πρόταση στην κωδικοποίηση των δίσκων σας 33 και 45 στροφών σε Mp3 είναι και αυτή της Lenco. Η εν λόγω πρωτοποριακή συσκευή πικάπ κάνει την εγγραφή παιχνίδι, αφού αρκεί να συνδέσετε το USB key σας η τον φορητό σκληρό δίσκο στο πικάπ μέσω της θύρας του και να περιμένετε απολαμβάνοντας τη μουσική σας. Με μοντέρνο σχεδιασμό, ενσωματωμένα ηχεία και ενσωματωμένο δέκτη ΑΜ/FM για να ακούσετε τους αγαπημένους σας ραδιοφωνικούς σταθμούς. Η τιμή του είναι μόλις 100 ευρώ.
Doctor sound.
Το Doctor sound είναι ένα μουσικό πολυεργαλείο αφού μπορείτε να χρησιμοποιήσετε σαν πηγή εγγραφής το πικάπ, το κασετόφωνο, το cd player η το ενσωματωμένο ραδιόφωνο και να υποθηκεύσετε απευθείας σε μορφή Mp3 σε ένα USB stick, ενώ το κόστος του αγγίζει μόλις τα 200 ευρώ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΤΣΕΛΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ - ΡΑΔΙΟΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΟΣ