Menu
RSS
Πέμπτη, 28/11/2024
kalimera-arkadia logo
kalimera Arkadia Facebook pageKalimera Arkadia TwitterKalimera Arkadia YouTube channel
ΚΤΕΛ Αρκαδίας
anakem728x90

Ο Προκόπης Παυλόπουλος και τα ΠΔ 164 και 180 του 2004 συμμόρφωσης με κοινοτική οδηγία

Ο Προκόπης Παυλόπουλος και τα ΠΔ 164 και 180 του 2004 συμμόρφωσης με  κοινοτική οδηγία
Με αφορμή την πρόταση και ακολούθως την εκλογή του Προκόπη Παυλόπουλου, γέμισε το διαδίκτυο από σχόλια και κατηγορίες εναντίον τού νέου ΠτΔ για πολλές  προσλήψεις επί της εποχής του ως υπουργού εσωτερικών.
Σίγουρα πολλές από τις κριτικές αυτές είναι σωστές. Για μια κατηγορία όμως εργαζομένων δηλ. αυτή των «συμβασιούχων» συμβαίνει να έχω γνώση και πρέπει να την πω, ώστε να μην ακολουθήσουμε την παροιμία «βρήκαμε Παπά, ας θάψουμε καμπόσους». Πολύ περισσότερο μάλιστα που οι κατηγορίες εναντίον του,  ως προς τους συμβασιούχους, εκτοξεύονται από φιλοευρωπαϊστές, που δυστυχώς φαίνεται να αγνοούν ότι τα συγκεκριμένα ΠΔ εκδόθηκαν για συμμόρφωση της χώρας με οδηγία της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης. Εξηγούμαι:

Από το άρθρο 249 παρ. 1, 3 της ενοποιημένης απόδοσης της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, προκύπτει σαφώς ότι οι οδηγίες που εκδίδουν τα αρμόδια όργανα της Ε.Ε., αποτελούν παράγωγο κοινοτικό δίκαιο και δεσμεύουν κάθε κράτος-μέλος της Ε.Ε. όσον αφορά το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, αλλά αφήνουν την επιλογή του τύπου και των μέσων στην αρμοδιότητα των εθνικών αρχών. Οι οδηγίες απευθύνονται όχι απευθείας στους ιδιώτες, αλλά μόνο στα κράτη – μέλη. Το κράτος-μέλος που είναι αποδέκτης της οδηγίας έχει την υποχρέωση να πραγματοποιήσει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα μέσα στην τασσόμενη προθεσμία, με μέσα και τύπο που το ίδιο θα επιλέξει. Αν η οδηγία περιέχει κανόνες σαφείς και ορισμένους που δεν έχουν μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο, δεκτικούς απευθείας εφαρμογής, δηλαδή οι διατάξεις της είναι χωρίς αιρέσεις, επιφυλάξεις, περιθώριο επιλογής και επαρκώς ακριβείς ώστε να καθίσταται δυνατό στα εθνικά Δικαστήρια να προσδιορίσουν το ακριβές περιεχόμενο του δικαιώματος, τον δικαιούχο και τον υπόχρεο αυτού καθώς και τον τρόπο άσκησής του, τότε υπάρχει δυνατότητα στους ιδιώτες να την επικαλεστούν έναντι του κράτους (κάθετη ισχύς της οδηγίας). Σε περίπτωση που οι διατάξεις της οδηγίας δεν είναι σαφείς και επομένως δεν μπορεί να εφαρμοσθούν, οι ιδιώτες μπορούν να προσφεύγουν στα εθνικά Δικαστήρια και να ζητήσουν από το κράτος-μέλος αποζημίωση λόγω μη μεταφοράς της οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο. Ο εθνικός Νομοθέτης δεν έχει την εξουσία να μεταβάλει τις διατάξεις της οδηγίας, διότι τότε παραβιάζει το κοινοτικό δίκαιο, το οποίο υπερισχύει κάθε άλλης αντίθετης διάταξης του εσωτερικού δικαίου, κατ΄ άρθρο 28 παρ. 1 του Σ. 

Με την υπ΄ αριθμ. 1999/70/ΕΚ οδηγία της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης της 28-6-1999, επιδιώκεται η βελτίωση της ποιότητας της εργασίας με τη διασφάλιση της αρχής τής μη διάκρισης μεταξύ εργαζομένων ορισμένου χρόνου και εργαζομένων αορίστου χρόνου και επιπλέον η καθιέρωση ενός πλαισίου για να αποτραπεί η κατάχρηση που προκαλείται από τη χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων εργασίας που βαφτίζονται ορισμένου χρόνου. Τα κράτη μέλη οφείλουν να περιλάβουν στα εσωτερικά νομοθετήματά τους: α) Αντικειμενικούς λόγους που να δικαιολογούν την ανανέωση τέτοιων συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας. β) Τη μέγιστη συνολική διάρκεια διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου και τον αριθμό των ανανεώσεων.

Η παραπάνω συμφωνία – πλαίσιο εφαρμόζεται  σε όλους τους εργαζομένους με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, περιλαμβάνει τους απασχολουμένους τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα. Τέλος η προθεσμία συμμόρφωσης με την οδηγία οριζόταν η 10 Ιουλίου 2001 με δυνατότητα παράτασης – υπό προϋποθέσεις – μέχρι την 10-7-2002. 

Με το άρθρο 4 του ΠΔ 81/2003 που εκδόθηκε με σκοπό την προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην παραπάνω οδηγία, θεσπίστηκε η αρχή της μη διακρίσεως, δηλαδή της μη επιτρεπόμενης δυσμενέστερης αντιμετώπισης των εργαζομένων με σύμβαση εξηρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, ενώ με το άρθρο 5 θεσπίστηκαν κανόνες προστασίας των εργαζομένων και αποφυγής καταστρατηγήσεων σε βάρος τους και ορίστηκαν στην παρ. 1 εδ. α΄ του άρθρου αυτού ως αντικειμενικοί λόγοι που δικαιολογούν τη χωρίς περιορισμό σύναψη  ή ανανέωση συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθοι: 1) οι συνδεόμενοι με τη μορφή, το είδος ή τη δραστηριότητα του εργοδότη ή της επιχείρησης….. 4) αν επιβάλλεται από διάταξη νόμου ή κανονιστική διάταξη…….. 10) αν πρόκειται για απασχολήσεις εποχιακού χαρακτήρα ή κάλυψη εποχιακών αναγκών. Η προαναφερθείσα διάταξη του ΠΔ 81/2003 υπερέβαινε τους αντικειμενικούς λόγους που έχει δεχτεί η νομολογία, διευρύνοντας τη δυνατότητα συνάψεως συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου και αναγνωρίζει ως αντικειμενικούς και λόγους οι οποίοι από τη φύση τους δεν δικαιολογούν την κατάρτιση συμβάσεως εργασίας ορισμένου χρόνου, όπως π.χ αν η σύμβαση επιβάλλεται από κανονιστική διάταξη.

Η διεύρυνση αυτή των αντικειμενικών λόγων  στο εν λόγω ΠΔ αντίκειται στην προαναφερθείσα κοινοτική οδηγία, η οποία ενσωματωθείσα στην  εσωτερική έννομη τάξη υπερισχύει κάθε αντίθετης διάταξης ή νόμου ή του Σ. Οι διατάξεις του πδ 81/2003 είχαν κριθεί ότι δεν ανταποκρίνονται στο πνεύμα και στο γράμμα της κοινοτικής οδηγίας, η Ελλάδα ήταν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και απειλείτο με πρόστιμο, επειδή ακριβώς δεν είχε ακόμα συμμορφωθεί ουσιαστικά με την κοινοτική οδηγία.      

Το γεγονός και μόνο ότι διάταξη νόμου ή κανονιστική διάταξη (ως ο οργανισμός κάποιας ΔΕΚΟ) απαγορεύει τη σύναψη συμβάσεων ή σχέσεων αορίστου χρόνου ή την μετατροπή των διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου διάρκειας, δεν αποτελεί αντικειμενικό λόγο κατά την έννοια της ρήτρας 5 παρ. 1α του παραρτήματος της οδηγίας 1999/70 του συμβουλίου της Ε. Ε, που να δικαιολογεί την ανανέωση τέτοιων συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας. 

Όπως προαναφέρθηκε το πδ 81/2003 θεωρούσε ως αντικειμενικό λόγο για ανανέωση συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου την περίπτωση που αυτό επιβάλλεται από νόμο ή κανονιστική διάταξη της επιχείρησης. Αυτό όμως ήταν εντελώς αντίθετο με την οδηγία. Και ακολούθησαν τα πδ 164/2004 και 180/2004. Με αυτά τέθηκε τεκμήριο για τους μισθωτούς που έχουν συνολική διάρκεια διαδοχικών συμβάσεων δύο ετών, ότι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του εργοδότη.

Συμπέρασμα: Τα δύο προεδρικά διατάγματα εκδόθηκαν προς συμμόρφωση της χώρας με την παραπάνω ευρωπαϊκή οδηγία, συμμόρφωση που ήταν υποχρεωτική, αλλά και ορθή. Είναι, επομένως, άδικο να του φορτώνουν, ως προς αυτό και μόνο αναφέρομαι, ευθύνες,  εκείνοι μάλιστα που συνήθως κατηγορούν την ελληνική πολιτεία ότι δεν συμμορφώνεται με τις οδηγίες της ΕΕ.

Τρίπολη 20-02-2015
Νίκος Δελφάκης

1 σχόλιο

  • Δημητρης
    Δημητρης Παρασκευή, 20 Φεβρουαρίου 2015 13:11 Σύνδεσμος σχολίου

    Ειναι εντυπωσιακή η σπουδή των κυβερνώντων μας, να σπεύδουν να ενσωματώσουν αρχές και διατάξεις του ενωσιακού δικαίου στο εθνικό, όταν εξυπηρετεί πελατειακές και κομματικές σκοπιμότητες, ενώ σε άλλες περιπτώσεις αγνοούν όχι μόνο οδηγίες και συστάσεις των οργάνων της ΕΕ, αλλά και κανονισμούς (που αποτελούν άμεσα εφαρμοστέο δίκαιο). Χαρακτηριστική περίπτωση (σσ. Και επίκαιρη) τα ζητήματα της διαχείρισης των απορριμμάτων, όπου ποτε δεν εφαρμόστηκε το παραγωγό δίκαιο της Ένωσης απο τη χώρα, με αποτέλεσμα τα πρόστιμα απο το ΔΕΕ να πέφτουν βροχή και η κατάσταση να έχει έρθει σε αδιέξοδο. Για το θέμα των συμβασιούχων, θα πρεπει να αναφερθεί ότι η οδηγία-πλαίσιο της ΕΕ αναφερόταν βασικά στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Εξ'αλλου η παρέμβαση του εθνικού νομοθέτη ειναι βασική για την ενσωμάτωση των κοινοτικών οδηγιών και τα περιθώρια ερμηνείας όχι στενά (σχετικη νομολογία απο το ΔΕΕ και το ΔΕΚ). Άρα ο τότε νομοθέτης Ερμήνευσε για εσωτερικές πολιτικές σκοπιμότητες την οδηγία κατα το δοκουν ( θα μπορούσε να επικαλεστεί τον αναξιοκρατικό τροπο πρόσληψης των συμβασιούχων αυτών, το γεγονός ότι με μια τέτοια ρύθμιση παρακάμπτεται η συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της αξιοκρατίας και το γεγονός ότι για λόγους δημοσίου συμφέροντος η οδηγία αυτή δεν μπορεί να εφαρμοστεί στο δημοσιο τομέα της Ελλαδος και να την ενσωματώσει μόνο για τον Ιδιωτικό τομέα, για τον οποίο και αρχικά προοριζόταν). Εξ'αλλου το Συμταγμα της Ελλαδος μετά την αναθεώρηση του το 2001, στο άρθρο 103 ρητά απαγορεύει την μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου και έργου σε αορίστου. Έτσι με το περίφημο Π.Δ. Παυλόπουλου η Δημόσια Διοικηση φορτώθηκε με στρατιές νέων Δ.Υ. παρακάμπτοντας καθε έννοια αξιοκρατίας και καταστρατηγώντας για πολλοστή φορά τον δύσμοιρο 2190/94 (ΑΣΕΠ) και πλειάδα συνταγματικών διατάξεων. Ακόμα χειρότερα, παρενέβη και στο νόμο του ΑΣΕΠ για τις μελλοντικές προκηρύξεις θέσεων με σειρά προτεραιότητας, πριμοδοτώντας με διπλάσια μόρια την εμπειρία που είχε αποκτηθεί στον δημοσιο τομέα, αποκλείοντας στην ουσία άλλους υποψήφιους. Παράλληλα καθιερώθηκε η συνέντευξη και οι λεγόμενες "φωτογραφικές προκηρύξεις", αφού σε πολλούς διαγωνισμούς πλήρωσης θέσεων για να λάβεις μέρος, απαιτούνταν ως απαραίτητο προσόν η προηγούμενη εργασιακή εμπειρία στη θέση αυτή. Πολιτικές καριέρες έτσι εκτοξεύτηκαν, δικηγόροι πλούτισαν μέσα απο τη βιομηχανία που στήθηκε τότε μετατροπής συμβάσεων. Η αξιοκρατία πήγε περίπατο, το κράτος δικαίου υπονομεύθηκε, η ποιότητα της Δημοκρατίας μας υποβαθμίστηκε.

Προσθήκη σχολίου

Επιστροφή στην κορυφή

Διαβάστε επίσης...