«Τίνος είσαι εσύ»
Στη ζωή υπάρχουν πολλά «τότε» που λησμονούμε, θυμόμαστε, χαμογελάμε και βουρκώνουμε. Μια χίμαιρα συναισθημάτων και ένα σεντούκι με αναμνήσεις, ήταν η ζωή μας στο χωριό και η αξία της είναι ανεκτίμητη. Η επαφή με τη φύση εκεί έχει διάρκεια και είναι έντονη.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία από το να μεγαλώνεις δίπλα σε γιαγιά και παππού. Αυτοί πρόσεχαν τα εγγόνια να μεγαλώσουν και στο τέλος τα εγγόνια πρόσεχαν παππού και γιαγιά (οι γονείς εργασία και απουσία από το σπίτι ).
Με τη γιαγιά θα θυμηθείς τι θα πει νηστεία χωρίς λάδι, και τι θα πει ψυχοσάββατο!
Όλοι όσοι ζήσαμε σε χωριό θυμόμαστε και νοσταλγούμε τις ωραίες στιγμές που πέρασαν . Η νοσταλγία είναι ένα ταξίδι στις ωραίες στιγμές που πέρασαν.
Κι έρχονται μυρωδιές και θύμησες άλλων καιρών στο νου και την ψυχή…
Θυμάμαι εικόνες από τις μέρες στο χωριό, που μοιάζουν με καρτ ποσταλ..
Θυμάμαι τους φίλους μας με αυτήν την απίστευτη ξενοιασιά και το αίσθημα της απόλυτης ελευθερίας.
Στο χωριό όλοι γνωρίζονταν και όλοι με τον τρόπο τους ενδιαφέρονταν.
Δεν είναι τυχαίο το «τίνος είσαι εσύ?» για τους κατοίκους του χωριού που τους φαίνονταν περίεργο να δουν πρόσωπα που δεν γνωρίζουν που δεν καλημερίζουν στον δρόμο τους.
Και έλεγα και εγώ όταν με ρωτούσαν «τίνος είσαι εσύ ? » ,
"είμαι η μεσαία κόρη του Παναγιώτη του Κακαρίκου και εγγόνα της Κακαρίκαινας". ή με το παρατσούκλι όπως : «ο Βασίλης του Σάκη» όπου το παρατσούκλι συνοδεύει τη ζωή περισσότερό από το επώνυμο.
Και ήρθαν τα χρόνια να πηγαίνω και εγώ, σαν ξένη πια και να ρωτάω «τίνος είσαι εσύ» τα νέα παιδιά που δεν τα είδα να μεγαλώνουν. Μήπως και θυμηθώ την οικογένεια, να ταιριάξω γνωστές φυσιογνωμίες σε ποιο «σόι» μοιάζουν μήπως με τον πατέρα τους πηγαίναμε μαζί στο σχολείο μήπως και κάτι θυμηθώ… και όταν ξαναπάω πάλι θα ρωτάω γιατί δεν έζησα με αυτά τα παιδιά στην καθημερινότητα μου και δεν είναι εύκολο να το ξαναθυμηθώ.
Τελικά δεν είναι και πολύ αστείο το «τίνος είσαι εσύ» .
Αυτές οι αναμνήσεις δεν λησμονούνται, περνούν από την σκέψη και αφήνουν μια γλυκιά γεύση.
Εμείς μεγαλώσαμε πίνοντας νερό από το ξύλινο βαρέλι, ανεβαίναμε στα δένδρα για να κόψουμε φρούτα και πάνω από όλα κάναμε όνειρα...
Ένας αδιάσπαστος δεσμός με ανθρώπους και πράγματα με έμψυχα και άψυχα πολυμελείς οι περισσότερες οικογένειες σκόρπιζαν την ζωντάνια σε όλο το χωριό... παραδοσιακό μοντέλο παλαιάς ελληνικής οικογένειας.
Η μια γενιά παρέδιδε την σκυτάλη στην άλλη και μαζί με αυτή τις άγραφτες γνήσιες πατρογονικές παρακαταθήκες που καθόριζαν της ζωή μας.
Η πρώτη επαφή μας με τον θεό ήταν το σταυροκόπημα πριν το φαγητό. Η πρώτη εικόνα επικοινωνίας με τον θεό ήταν το γονάτισμα μπροστά στο εικονοστάσι αφού η γιαγιά άναβε το καντήλι.
Πολύβουη πνευματική κυψέλη και το σχολείο με δασκάλους που στάθηκαν φάροι για να μας χαρίσουν φως και πνευματική πανοπλία...
Και αργότερα με το σχολείο του Σαββάτου και της Κυριακής. Και στις γιορτές στην εκκλησία τα Χριστούγεννα, το Πάσχα τα "Λαμπογιόρτια" και το άκουσμα του πένθιμου μηνύματος της καμπάνας για τον θάνατο.
Ζωντανές εικόνες χαραγμένες βαθιά ...
Γεωργία Κακαρίκου