Σεξισμός στη Δικαιοσύνη
Και ήλθε η ώρα να ασχοληθούμε με τα του οίκου μας. Με τον σεξισμό στη δικηγορία, τη Δικαιοσύνη εν γένει.
Θα ξεκινήσω από την «πολύ επαναστατική» Καθημερινή η οποία φιλοξένησε ένα πολύ καλό άρθρο του καθηγητή πολιτικής επιστήμης κ. Ντίνα στο οποίο αναρωτιόταν, γιατί δεν έγινε η Ελένη η νέα la manada.
Η manada, που στα Ελληνικά σημαίνει αγέλη λύκων, ήταν το όνομα ενός whatsapp γκρουπ στο οποίο μια παρέα πέντε ανδρών μοιράστηκε με βίντεο κ μηνύματα το σεξ (sic) που έκανε σε μια 18χρονη κοπέλα. Στις 6 Ιουλίου του 2016, στην γιορτή του Σαν Φερμίν στην Παμπλώνα, πέντε άνδρες ακολούθησαν μια κοπέλα που πήγαινε στο αμάξι της για να κοιμηθεί. Την έσπρωξαν στην είσοδο μιας πολυκατοικίας και κάποιοι την βίασαν, ενώ άλλοι έπαιρναν βίντεο. Ύστερα την άφησαν μπροστά στην πόρτα και της έκλεψαν το κινητό. Το επόμενο πρωί, η κοπέλα κατέθεσε μήνυση για βιασμό.
Η απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου τον Απρίλιο του 2018, έκρινε ένοχους τους κατηγορουμένους για σεξουαλική κακοποίηση, αλλά όχι για βιασμό. Το σκεπτικό της απόφασης ήταν πως δεν υπήρξε βία, ούτε και ρητή αντίσταση εκ μέρους της. Η απόφαση ξεσήκωσε πολύ μεγάλες αντιδράσεις σε ολόκληρη την Ισπανία, κυρίως, γιατί η ερμηνεία του βιασμού σύμφωνα με το δικαστήριο και τον Ισπανικό Ποινικό Κώδικα φαίνεται να είναι πολύ στενή και να ρίχνει μέρος της ευθύνης στο ίδιο το θύμα. Ένα ιδιαίτερα αμφιλεγόμενο στοιχείο που έλαβαν υπόψη οι δικαστές ήταν η μαρτυρία ενός ντετέκτιβ που παρακολούθησε το θύμα την περίοδο της δίκης, παρουσιάζοντάς το σε πολύ καλή ψυχολογική κατάσταση και με κοινωνικές συναναστροφές, προσπαθώντας έτσι να υποβαθμίσει την κατηγορία περί ψυχολογικής βίας και βιασμού.
Οι αντιδράσεις ήταν άμεσες και μαζικές.
Στις 8 Μαρτίου του 2017, στη Μαδρίτη, η πορεία για την ημέρα των γυναικών είχε περίπου 40000 κόσμο ενώ το 2018 είχε 170000. Το 2017, πορεία έγινε μόνο στην Βαρκελώνη και τη Μαδρίτη, ενώ το 2018 σε όλες τις μεγάλες πόλεις. Το 2019 τα νούμερα ήταν ακόμη μεγαλύτερα, το μεγάλο μπαμ όμως είχε γίνει το 2018, μετά την δικαστική απόφαση τής la manada. Έκτοτε, η συζήτηση για την ισότητα των φύλων μπήκε για τα καλά στην πολιτική ατζέντα και έμεινε σε κεντρική θέση ακόμη κι όταν η τελική απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου κατέληξε στην κατηγορία του βιασμού.
Και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι στην Ελλάδα υπάρχει απλά μεγαλύτερη μερίδα του πληθυσμού που δεν πιστεύει στην ισότητα των δύο φύλων και το κλειδί βρίσκεται στον βαθμό συνειδητοποίησης του προβλήματος δηλ. πόσο συστηματική κι εν τέλει συστημική είναι η διάκριση των ρόλων, ως προς το φύλο. Και αυτή η αδυναμία διαπερνά όλους τους φορείς κοινωνικοποίησης με αποκορύφωμα την ίδια την πολιτική ελίτ. Κι αναφέρει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, ότι την ίδια περίοδο που κορυφωνόταν η δίκη της Ελένης, το υπουργείο Εσωτερικών σκαρφιζόταν ένα χάχανο σποτάκι γεμάτο στερεότυπα φύλου για την διατήρηση του social distancing.
Τον συγχωρούμε τον κ. καθηγητή που εκπλήσσεται, γιατί διδάσκει στη Φλωρεντία κι όχι εδώ.
Εμείς έχουμε σταματήσει πια να πέφτουμε από τα σύννεφα σε αυτόν τον τόπο, που έχουμε ακούσει τα πάντα και μάλιστα εκ των ένδω. Όχι πολύ παλιά, ακούσαμε σε τηλεοπτική συνέντευξη σχετικά νεαρό συνάδελφό μας να μας καλεί (πιο συγκεκαλυμμένα βέβαια και έμμεσα) στην ουσία να γυρίσουμε στην κουζίνα μας, γιατί «η δικηγορία θέλει γερό στομάχι», το οποίο εμείς, προφανώς, δεν διαθέτουμε . Κι αυτό τόλμησε να το πει, ανερυθρίαστα, σε πανελλαδικής εμβέλειας κανάλι, με δημόσιο λόγο, χωρίς αντίδραση της δημοσιογράφου, χωρίς να ανοίξει ρουθούνι, ως κάτι απολύτως φυσιολογικό και κανονικό.
Ο αφορισμός αυτός δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ένα πιο περίτεχνο «back to the kitchen», που είχε σκοπό να υπενθυμίσει σε όλες τις γυναίκες πού πραγματικά ανήκουν.
Η εκφορά αυτού του λόγου δεν είναι μεμονωμένη, αντιθέτως περιγράφει το αφόρητα σεξιστικό και μισογυνίστικο κλίμα, στο οποίο ασκούμε το επάγγελμά μας οι γυναίκες δικηγόροι. Γιατί μισογυνισμός ΔΕΝ είναι να μισείς όλες τις γυναίκες μόνο και μόνο, επειδή είναι γυναίκες. Μισογυνισμός είναι και να μισείς κάποιες γυναίκες, επειδή δεν χωράνε στο καλούπι που έχεις φτιάξει εσύ γι αυτές, επειδή δεν ικανοποιούν τις ανάγκες, τα συμφέροντά σου, τις φαντασιώσεις σου.
Εκπλήσσεται ο αξιότιμος κ. Ντίνας για το μέγεθος του σεξισμού στη χώρα μας, που δεν βγάζει τα πλήθη στο δρόμο να διαδηλώσουν για ένα αποτρόπαιο έγκλημα, ενώ βρισκόμαστε ακόμα στο σημείο να λέει κάποιος με το ονοματεπώνυμό του σε άλλους φωναχτά πως η τάδε ομάδα του ανθρώπινου πληθυσμού πρέπει να πάρει την θέση που της αρμόζει και να το εννοεί υποτιμητικά, και δεν πατάσσεται ιδεολογικά άμεσα και επιτόπου και δεν αντιδρά ο συνδικαλιστικός μας φορέας, δεν τον τιμωρεί πειθαρχικά. Αντιθέτως, ζητά την πειθαρχική τιμωρία της εισαγγελέως της έδρας σε μία ιστορική δίκη, η οποία, σε αντίστοιχη περίπτωση και λιγότερης αγριότητας έγκλημα στην Ισπανία, κατέβασε χιλιάδες κόσμου να διαδηλώσει. Οι διαφορές φανερές...
Κι αυτή είναι η νέα version των συναδέλφων μας, λίγο να ξύσεις την επιφάνεια, σού σκάει όλο το παραδοσιακό πατριαρχικό. Το ίδιο παλιό λειτουργικό, η ίδια κάρτα μνήμης με αυτή των παλαιοτέρων, απλά νέα γραφικά.. Αναβάθμιση κινεζιά...
Σε ποιο σοβαρό πανεπιστήμιο καθηγητής της νομικής σχολής θα έγραφε σε δημόσιο προφίλ, ακολουθούμενο από πολυάριθμους φοιτητές του και συναδέλφους δικηγόρους ότι θέλει τις γυναίκες άβαφες, χωρίς τακούνια, απλές, σεμνές, ήρεμες ,πάντα με ένα χαμόγελο στα χείλη (sic); Προσέξτε, δεν μιλά για το προσωπικό του γούστο για το πώς θέλει τη γυναίκα του ( κι αυτό θα ήταν κάπως ), αλλά το πώς θέλει όχι μόνο να εμφανίζεται, αλλά και το πώς να συμπεριφέρεται μια ολόκληρη πληθυσμιακή ομάδα.
Δεν γνωρίζει ότι εκφέρει έναν λόγο που πλήττει την αυτοδιάθεση, απαξιωτικό κι υποτιμητικό, που απάδει τελικώς του θεσμικού του ρόλου; Το γνωρίζει, αλλά πιστεύει ακράδαντα ότι έχει δικαίωμα να το κάνει κι έχει μάθει να τον εκφέρει, γιατί του το επιτρέπουν και τον στολίζουν με άπειρες καρδούλες από κάτω. Γιατί αυτή είναι η κανονικότητα της κοινωνίας μας, το διαρκές πατρονάρισμά μας.
Γιατί να μην ενώσει κι αυτός την φωνή του με μία ολόκληρη κοινωνία που κριτικάρει και σχολιάζει, συνεχώς, τα γυναικεία σώματα; Που μας λέει καθημερινά, ότι πρέπει να το βουλώνουμε; Ότι είμαστε πιο χαριτωμένες και συμπαθητικές, όταν δεν μιλάμε; Ότι οφείλουμε αντί να εκφράζουμε τις δικές μας επιθυμίες και ανάγκες να ικανοποιούμε αυτές των αντρών; Με πόσους τρόπους μας κάνουν πλύση εγκεφάλου, λέγοντάς μας ότι είμαστε ενοχλητικές, γκρινιάρες, φλύαρες, ώστε να εκπαιδευτούμε στην σιωπή και την παθητικότητα -και όταν δεν το κάνουμε μας το μαθαίνουν με τη βία; Με πόση προσπάθεια, ανέκδοτα, γελοιογραφίες, αστειάκια μας δίνουν το μήνυμα ότι μας προτιμάνε ως χρήσιμα αντικείμενα αντί για ζωντανά, ομιλούντα υποκείμενα;
Κι αυτή ακριβώς είναι η καθημερινότητά μας στα δικαστήρια. Όταν υψώσουμε τη φωνή μας στα δικαστήρια τους ενοχλεί ,γιατί είναι «ψιλή», «υστερική», «ενοχλητική», «μη θηλυκή» , ενώ ο άνδρας δικηγόρος μέσω της στεντόρειας φωνής του είναι δυναμικός, διεκδικητικός και μαχητικός... Κι αφού κάνουν τα αδύνατα δυνατά να μας βάλουν σε σίγαση, μετά μας λένε ότι δεν κάνουμε για τη δικηγορία, γιατί δεν έχουμε γερό στομάχι!
You can’t win.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις γυναίκες που επιλέγουν τον δικαστικό κλάδο. Αφού κάνουν ό,τι μπορούν να τις διώξουν από τη δικηγορία, εν συνεχεία «οδύρονται» ότι γέμισαν οι έδρες από γυναίκες.... Και φυσικά, μη φαντασθούμε ότι οι δικάστριες μένουν αλώβητες από τον σεξιστικό οχετό. Οι δικαστικές αποφάσεις δεν κρίνονται μόνο από τη νομική τους επάρκεια, αλλά υπεισέρχονται κι άλλοι ... καθοριστικοί παράγοντες, όπως η επάρκεια της σεξουαλικής ζωής ή των μαγειρικών ικανοτήτων της εκδούσας την απόφαση.
Πρέπει να προειδοποιήσουμε, όμως, όλους τους πιο πάνω ότι, όσο κι αν μας εμποδίσουν, ιστορικές αλλαγές ήλθαν, έρχονται και θα έλθουν και δεν παζαρεύουμε μαζί τους ανθρώπινα δικαιώματα. Ο χώρος της δικηγορίας μάς ανήκει, όπως ανήκει και σε αυτούς και θα είμαστε εκεί, με όποιον τρόπο θέλουμε: με δωδεκάποντα, με flat, με ή χωρίς κραγιόν. Γιατί η δικηγορία θέλει μόνο γνώσεις και σκληρή δουλειά (στην οποία είμαστε πολύ συνηθισμένες) κι ένα δρόμο ανοικτό, χωρίς να μας βάζουν έμφυλα οδοφράγματα, χωρίς να προσπαθούν να μας διαλύσουν με σεξιστικές «μολότοφ».
Εμείς οι γυναίκες, μαχόμενες δικηγόροι δεν εντυπωσιαζόμαστε από το καθεστώς αορατότητας, γιατί το ζούμε στην καθημερινή πρακτική των δικαστηρίων.
Έχουμε αναρωτηθεί ποτέ θεσμικά και συστηματικά, γιατί οι γυναίκες είναι ελάχιστες στα σοβαρότερα δικαστήρια; Πόσες γυναίκες είναι επικεφαλής μεγάλων δικηγορικών εταιριών; Και είναι ψευδεπίγραφη και κακοπροαίρετη η αιτιολογία περί έλλειψης ενδιαφέροντας ή ικανοτήτων των γυναικών (όταν λάμπουμε ως φοιτήτριες, ως μεταπτυχιακές και διδακτορικές) και προσπαθεί να αποκρύψει το γεγονός ότι το φαινόμενο αυτό είναι η επακόλουθη συνέπεια του δομικού σεξισμού που μπαίνει εμπόδιο στην καριέρα μας.
Ένας τεράστιος όγκος κοινωνιολογικών ερευνών δείχνουν ξανά και ξανά ότι οι γυναίκες στην επιστήμη θεωρούνται κατώτερες από τους άντρες και αξιολογούνται ως λιγότερο ικανές, όταν παράγουν παρόμοια ή ολόιδια δουλειά. Αυτή η συστημική υποτίμηση των γυναικών έχει ως αποτέλεσμα πολλές πραγματικές συνέπειες:
Λιγότερες χρηματοδοτήσεις για έρευνα, βραβεία, και προσκλήσεις για ομιλίες σε συνέδρια χαμηλότερα ποσοστά συμπερίληψης των ερευνών τους σε βιβλιογραφίες. Η τόσο ευρεία υποτίμηση της δουλειάς των γυναικών το κάνει ακόμα πιο δύσκολο για εκείνες να προοδεύσουν σε οποιοδήποτε επιστημονικό τομέα.
Ένα παράδειγμα από το χώρο μας είναι το εξής: εκ των 11 μελών της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής που συνεστήθη για των αναμόρφωση του ποινικού κώδικα μόνο 3 ήταν γυναίκες και οι δυο αποσπασμένες στο υπουργείο Δικαιοσύνης.
Με την νέα κυβέρνηση, εκ των 17 μελών της διαρκούς Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής με αντικείμενο τη διαρκή παρακολούθηση του τρόπου εφαρμογής από τη Νομολογία των διατάξεων του νέου Π.Κ και ΚΠΔ, επίσης 3 είναι γυναίκες....
Κι ας θυμηθούμε ότι η πρώτη επιτροπή είχε επωμισθεί και την αλλαγή του νόμου περί βιασμού, το οποίο άλλαξε τελικώς η κοινωνική και μόνον αντίδραση, κι αυτό με ανεπάρκειες κι αστοχίες.
Και φυσικά αυτή η κατάσταση της υποεκπρόσωπησης εκτείνεται σε όλους τους κοινωνικούς και πολιτικούς τομείς και στα ΜΜΕ. Πόσες γυναίκες δικηγόροι καλούνται να διατυπώσουν τις απόψεις τους σε συνδικαλιστικά, κοινωνικά ή πολιτικά θέματα; Γι αυτόν τον λόγο μάλιστα έχει αναπτυχθεί και το hashtag #NowomanNopanel.
Γνωρίζουμε, όμως πλέον, ότι δεν υπάρχει “ουδέτερη” γνώση, αλλά ότι η γνώση ενέχει σχέσεις εξουσίας: οι επιστημονικές βεβαιότητες που προβάλλονται ως οικουμενικές ή έγκυρες εκφράζουν (και εξυπηρετούν) άτομα συγκεκριμένου φύλου, κοινωνικής τάξης, φυλής ή πολιτισμικού περίγυρου .Η σύγχρονη διαδρομή της ιστορίας των γυναικών αποδεικνύει ότι η ιστορία, η ιστοριογραφία είχε πάντα φύλο.
Ένα άλλο τεράστιο πρόβλημα είναι η επιφόρτιση της γυναίκας δικηγόρου και με την αποκλειστικότητα της οικογενειακής φροντίδας , ώστε να καθίσταται σχεδόν αδύνατο να συνδυάσει επαρκώς καριέρα και οικογένεια.
Η ταύτιση της φροντίδας με τις γυναίκες και η έμφυλη κατανομή των ρόλων στην ιδιωτική ζωή αποτελεί ένα πολιτισμικό φαινόμενο που δεν έχει βιολογικές καταβολές. Η θυληκοποίηση της οικιακής εργασίας και της φροντίδας κατασκευάζεται κοινωνικά μέσα από το σύστημα οικονομικών και πολιτισμικών αντιλήψεων από παλιά και συνδέεται με την υποδεέστερη θέση που οι γυναίκες εξακολουθούν να έχουν στην αγορά εργασίας. Η οικιακή εργασία παραμένει λοιπόν «γυναικεία υπόθεση» και εξακολουθεί να υφίσταται η «διπλή ημέρα/ διπλό ωράριο» εργασίας για τις γυναίκες δικηγόρους.
Παρατηρείται, δε, το φαινόμενο να θυληκοποιούνται και οι νομικοί τομείς εξειδίκευσης. Έχουμε π.χ. περισσότερες δικηγόρους να ασχολούνται με το οικογενειακό δίκαιο, ενώ σε τομείς όπως των σοβαρών ποινικών αδικημάτων ή ακόμα και στην ενέργεια ή την πετρελαϊκή αγορά να είναι ελάχιστες. Το φαινόμενο αυτό δεν είναι τυχαίο, είναι αποτέλεσμα των στερεοτύπων και προκαταλήψεων και στον νομικό χώρο.
Εμείς οι γυναίκες δικηγόροι έχουμε πλήρη επίγνωση ότι σε πολλούς συναδέλφους μας χαλάμε την σούπα και μόλις μας ανέχονται, αν και είμαστε πολυπληθέστερες.
Δεν υπάρχει γυναίκα δικηγόρος μέχρι σήμερα που να μην έχει να διηγηθεί ένα περιστατικό σεξισμού, ήπιου ή κραυγαλέου, ένα περιστατικό σεξουαλικής παρενόχλησης, ένα περιστατικό που προσπάθησαν να την απαξιώσουν και να την υποτιμήσουν λόγω του φύλου της. Και καταλαμβάνει όλο το φάσμα της δικηγορικής μας δραστηριότητας είτε ασκούμενες, είτε νέες δικηγόροι είτε συνεργάτιδες ή partners, είτε ακόμα και με δικά μας γραφεία. Γιατί ακόμα κι αν ευρίσκονται σε απολύτως προστατευμένο ή και οικογενειακό περιβάλλον, ο σεξισμός έρχεται και τις βρίσκει κατακούτελα παντού, στα ακροατήρια ,στις γραμματείες, στις δημόσιες υπηρεσίες ως εμφανής, ως υποβόσκων, ως εσωτερικός.
Θα τις χτυπήσει κατακούτελα όταν θα έχουν να αντιμετωπίσουν τα backhanded compliments (προσβλημέντα) «για νέα γυναίκα δικηγόρος καλά τα λες» ή τα ευθέως εχθρικά «γλωσσού, υστερική, πονηρή, όταν παντρευτείς θα ηρεμήσεις, σκασμός» κι άλλα ων ουκ έστι αριθμός.
Γι’ αυτό, όσο πιο γρήγορα συνειδητοποιήσουμε σε μήκος και σε πλάτος πόσο έντονος, καθολικός, μόνιμος και κυρίαρχος είναι ο μισογυνισμός, τόσο πιο γρήγορα θα ενωθούμε να τον αντιμετωπίσουμε.
Και δεν αρκεί να τα ψιθυρίζουμε στις νομικές γυναικείες ομάδες και να ανταλλάσσουμε σεξιστικές εμπειρίες. Κι όσο κι αν καταλαβαίνω την καλοπροαίρετη αλλά κι απελπισμένη απάντηση «μη δίνεις σημασία» ή πρέπει να αποκτήσουμε αυτοπεποίθηση κι εσωτερική δύναμη εμείς οι γυναίκες μόνο να αντιμετωπίζουμε τις επιθέσεις αυτές, λεκτέα τα εξής:
Κατ´ αρχάς το γνωστό δόγμα αν αγνοήσουμε τον σεξισμό, θα εξαφανισθεί, δεν έχει δουλέψει τα τελευταία χιλιάδες χρόνια. Ας δοκιμάσουμε καινούργια λειτουργικά συστήματα...
Δεύτερον, οι γυναίκες δικηγόροι δεν πρέπει να ακούμε προσβολές όλη τη μέρα και να καταναλώνουμε όλη την ενέργειά μας στο πώς θα τις αποκρούσουμε και να μένουμε ανεπηρέαστες, λες και έχουμε κανένα χρέος να ανταπεξέλθουμε σε όλη αυτή την ψυχολογική πίεση που μας ασκείται καθημερινά.
Δεν σπουδάσαμε αυτό.
Με το να χαϊδεύουμε τα αυτάκια των συναδέλφων μας ή να είμαστε μετριοπαθείς, δεν θα πετύχουμε τίποτα.
Τρίτον, αν πιστεύουμε ότι σφίγγοντας τα δόντια στις προσβολές και με μπόλικο ζεν κι εσωτερική ενδοσκόπηση, όλο το σύμπαν θα συνωμοτήσει για να επιβιώσουμε στη δικηγορία (ούτε ο Κοέλιο ο ίδιος δεν τα πιστεύει αυτά ), τότε αδυνατούμε να αντιληφθούμε πως η κατάσταση αυτή θα παραμένει αναλλοίωτη, όση ώρα κι αν κάτσουμε μπροστά στον καθρέπτη μας να επαναλαμβάνουμε inspirational quotes, όπως μας συμβουλεύουν άνδρες κυρίως guru. Γιατί η κατάσταση αυτή μεταφράζεται σε δομική ανισότητα κι εμείς οι Ελληνίδες δικηγόροι δεν ζούμε σε ένα διαφορετικό κόσμο από αυτόν που μεγαλώσαμε.
Ανάμεσα σε εμάς και τη δικηγορία δεν βρίσκεται μόνο η αυτοπεποίθησή μας. Βρίσκονται ακόμα ο καπιταλισμός, η θεσμοθετημένη αναξιοκρατία, η θεσμική αορατότητά μας, ένα δικαστικό και κυβερνητικό σύστημα που μας φτύνει στη μούρη με χιλιάδες τρόπους. Δεν χρειάζεται να γίνουμε super women για να επιβιώσουμε σε κάτι που θα έπρεπε να αποτελεί αναπαλλοτρίωτο δικαίωμά μας. Άλλωστε, όπως και οι άνδρες, οι γυναίκες δικηγόροι έχουν το δικαίωμα να είναι και δυνατές κι αδύναμες, και ασφαλείς κι ανασφαλείς, και φοβισμένες κι τολμηρές. Γιατί αυτή είναι η ζωή. Δικαιούμαστε ένα σύστημα που προστατεύει όλα τα είδη, αλλιώς θα καταλήξουμε στο ίδιο επίπεδο με αυτούς που λένε, γιατί δεν αντιστάθηκε η γυναίκα στον βιασμό με διπλό κεφαλοκλείδωμα...
Δεν υπάρχει κάτι που να λέγεται ελευθερία για ένα μόνο άτομο. Η αντίληψη της ελευθερίας των αστικών δημοκρατιών ήταν ανέκαθεν μια περιοριστική ελευθερία. Μία ελευθερία που αναγνωρίζεται μόνο στις ελίτ της τάξης, της φυλής και του φύλου. Μια ελευθερία που αποκτά την αξία της ακριβώς επειδή είναι βασισμένη στην εξουσία της άσκησης αποκλεισμών.
Εάν όμως όντας ενταγμένος μέσα σε ένα σύστημα διαπιστώσεις πως έχεις φτάσει σε ένα σημείο, όπου αν θες να κάνεις αυτό που σου υπαγορεύει η συνείδησή σου, θα πρέπει να συγκρουστείς με την αδράνεια ή με τον δόλο του συστήματος, θα πρέπει να γίνεις δυσάρεστος, θα πρέπει να υποστείς προσωπικά το κόστος της απόφασής σου, τότε τα διλήμματα δυσκολεύουν. Όταν παύεις να είσαι ο εαυτός σου και βλέπεις τη συνολική εικόνα, έρχεται αργά ή γρήγορα η στιγμή που πρέπει να αποφασίσεις πώς θα αγωνισθείς.
Η κοινωνική καταπίεση δεν λύνεται με ενστάσεις και αυτοτελείς ισχυρισμούς, ώστε να κάνουμε εύπεπτο το αφήγημα και να μη γίνουμε δυσάρεστες. Λύνεται με αγώνες και διεκδικήσεις. Πρέπει να οργανωθούμε συνδικαλιστικά, θεσμικά, πολιτικά και να απαιτήσουμε τον χώρο μας. Γιατί τότε να εκπαιδεύουμε τις γυναίκες μας για να φθάσουν στην κορυφή και κάπου στο μεσοδιάστημα κάποιοι να το μετανιώνουν; Θα τους αφήσουμε;
Και φυσικά, το φαινόμενο δεν ευδοκιμεί μόνο στον δικό μας χώρο. Οι επιστημόνισσες συναντούν δομικά εμπόδια σε όλο το φάσμα της επιστήμης και τεχνολογίας, είτε στο STEM, είτε στην ακαδημαϊκή καριέρα, ακόμα και στο gaming...
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, σήμερα, λιγότερο από το 30% των ερευνητών παγκοσμίως είναι γυναίκες και με βάση τα στοιχεία της UNESCO (2014-2016), σε παγκόσμιο επίπεδο, η εγγραφή των γυναικών είναι ιδιαίτερα χαμηλή στον τομέα της Πληροφορικής (3%), στις φυσικές επιστήμες, στα μαθηματικά και στη στατιστική (5%) και στη μηχανική, τη βιομηχανία και τις κατασκευές (8%).
Επειδή η οικογένειά μου αποτελείται από γιατρούς και δη χειρουργούς θα μου επιτρέψετε ένα παράδειγμα ακόμα χειρότερου σεξισμού που υπάρχει στον χώρο αυτόν. Μέχρι σήμερα οι γυναίκες χειρουργοί ακούν από τους συναδέλφους τους κυρίως, τους διευθυντές τους, τους καθηγητές τους ακόμα ότι μια γυναίκα δεν είναι κατάλληλη για χειρουργική ειδικότητα, λες και χειρουργούν με μπαλτά, σφυρί κι αμόνι ή με τα γεννητικά τους όργανα. Κι όλα αυτά την εποχή της ρομποτικής και λαπαροσκοπικής χειρουργικής!
Όλα αυτά, όμως, είναι ο επιθανάτιος ρόγχος του παράνομα ευνοημένου μπροστά στο ενδεχόμενο να χάσει τα προνόμιά του και την εργολαβία του στην επιστήμη. Οι παλιές δομές τρέμουν, γιατί οσφρίζονται την κατάρρευση. Και σχεδόν όλες δεν αρκεί να στιλβωθούν και να αναπαλαιωθούν, χρειάζονται γκρέμισμα και να επινοηθούν νέες, σύγχρονες και συμπεριληπτικές.
Ένα άρθρο της δικηγόρου Ασημίνας Καούνη.
Πηγή https://www.mcaounilaw.gr/