Ο αντικαπνιστικός νόμος έκανε πρεμιέρα στη χώρα μας με την ελπίδα, ανάμεσα σε δαχτυλίδια καπνού, να σβήσει και το τελευταίο το τσιγάρο στους κλειστούς, δημόσιους χώρους. Μαζί του, ξεκίνησε τη λειτουργία του και ο τετραψήφιος αριθμός 1142 για τις καταγγελίες, όπου το τηλεφωνικό κέντρο του δέχτηκε, μόνο την Τετάρτη 20 Νοεμβρίου, 347 κλήσεις, συνολικά, κατά τη δεύτερη ημέρα λειτουργίας του.
Την ίδια στιγμή κατά την οποία καταστηματάρχες και καπνιστές ψάχνουν λύση -ο καθείς για τους λόγους του- έχει φουντώσει και η αντίστοιχη συζήτηση για το εάν είναι κοινωνικά σωστό και ηθικό να σηκώσεις το τηλέφωνό σου και να κάνεις μια καταγγελία.
Ο συνάδελφός μου Νίκος Τζιανίδης υποστηρίζει ότι, ναι, είναι «ρουφιάνος» αυτός που τηλεφωνεί στο 1142. Τώρα σβήνει ένα τσιγάρο, αύριο μια ζωή!», σημειώνει στο κείμενό του.
Αγαπητέ -και ξέρεις ότι το εννοώ- Νίκο, όχι, δεν είναι ρουφιάνος -ούτε εντός ούτε εκτός εισαγωγικών- εκείνος που κάνει μια καταγγελία για κάποιους που πατούν κάτω τον νόμο, σαν γόπα τσιγάρου σε πεζοδρόμιο. O ίδιος, σε παλαιότερο κείμενό σου, και πολύ σωστά, είχες υποστηρίξει ότι «σκληρός νόμος, αλλά νόμος» (Dura lex sed lex). Εν προκειμένω, τι λέει, ανάμεσα στα υπόλοιπα, ο αντικαπνιστικός νόμος; Όποιος προσπαθεί να δηλητηριάσει τον αέρα των υπολοίπων, γεμίζοντας τα πνευμόνια τους με νικοτίνη, μπορεί να επικοινωνήσει με το 1142, και να ζητήσει να εφαρμοστεί η τάξη. Να επανέλθει η καθαρή ατμόσφαιρα για όλους – ένα απολύτως ανθρώπινο δικαίωμα.
Όχι, λοιπόν, δεν είναι «ρουφιάνος» εκείνος που τηλεφωνεί στο 1142, γιατί -σβήνοντας ένα τσιγάρο- μπορεί όντως να σώσει μια ζωή. Αν όχι του καπνίζοντα, έχει δικαίωμα να προασπίσει τη δική του, να σώσει την ανάσα του.
Και, ξέρεις Νικ μου, εκείνος που θα καλέσει το 1142 δεν είναι ο ίδιος που θα πάρει το «100» γιατί κάνουν φασαρία οι «από πάνω», ούτε είναι εκείνος που θα ρίξει φόλα στο σκυλί του γείτονα που όλη νύχτα γαύγιζε, δεν είναι καν ο συμμαθητής που θα αποκαλύψει ποιος έκανε τη σκανταλιά. Το να ζητάς να ζήσεις χωρίς καπνό δεν έχει σχέση με τον γενικότερο δωσιλογισμό, δεν αποκαλείσαι ρουφιάνος επειδή δεν μπορείς να ανασάνεις.
Και ξέρεις ότι σου τα γράφει αυτά με πολλή αγάπη ένας καπνιστής. Και μπορούμε να το συζητήσουμε στο μπαλκόνι της δουλειάς διαφωνώντας μέχρι μεθαύριο, αλλά εγώ θα καπνίζω. Λάθος μου, αλλά θα το κάνω. Κι εσύ, σαν πατέρας, πάντα θα με μαλώνεις που καπνίζω και θα με «απειλείς» ότι θα με «ρουφιανέψεις» στο 1142!
Σπύρος Σεραφείμ